Skip to main content
Grigorios  Papathomas
  • Athens-Greece
Research Interests:
Research Interests:
Within the Church Tradition, the word «Protos» was originally attributed to the Pope and Patriarch of Rome and, after the schism, to the Patriarch of Constantinople. There is a radical difference between «Protos» and «Arche», which also... more
Within the Church Tradition, the word «Protos» was originally attributed to the Pope and Patriarch of Rome and, after the schism, to the Patriarch of Constantinople. There is a radical difference between «Protos» and «Arche», which also defines a kind of authority among the Church. The latter comes from the Greek word «Archon» that means the ruler, someone who owns his place and, by extension, is the unique and exclusive master of a local Church. On the other hand, the word «Protos» implies someone who stands among other equals (primus inter pares) and who necessarily posses the same degree and qualification. The «Protos» shares his ministry price in all levels of Church-Canonical Primacy and within the Conciliar communion of Primates without ever placing himself above them. When someone is the sole ruler of a Local Church, he is an «Arche». When we attempt to give this authority to «Protos», we overthrow Ecclesiology, Conciliarity and the whole hypostatic construction of the Church
Lack of unity among Churches prevents them from fully and effectively bearing Christian testimony in public. During the second millennium, the three major Christian traditions – Roman Catholic, Protestant, Orthodox – moved away from the... more
Lack of unity among Churches prevents them from fully and effectively bearing Christian testimony in public. During the second millennium, the three major Christian traditions – Roman Catholic, Protestant, Orthodox – moved away from the territorial principle of ecclesiology, according to which the Church must be one “in every place.” Since the Crusades, the Roman Catholic Church started to establish Latin Patriarchates as an alternative to the already existing Oriental Local ones and created the ecclesiological problem of co-territoriality. Gradually, Roman Catholic ecclesiology allowed Churches of different ritual traditions to co-exist within a single territory. This anti-ecclesiological, anti-canonical conviventia created a new, post-ecclesial, epoch. During the sixteenth century, Protestantism, emphasizing “confession of the faith” as the foundation of the Church, created the ecclesiological problem of Confessionalism and admitted the co-existence in a single place of churches of different confessions. Orthodoxy did not consider the interruption of communion with the Western Church as a full schism nor did it create anything resembling an alternate “Orthodox Patriarchate of Rome.” Since the nineteenth century, the emigration of Orthodox Christians to regions outside the traditional territory of their respective locally established Churches, together with the growth of Ethno-phyletism, led to the creation of multiple Orthodox dioceses, based exclusively on ethnic-national criteria in full communion with each other. National Orthodox Churches went so far as to claim a kind of extra-territoriality to enable them to minister to compatriots abroad. This chapter conducts a global research on the ecclesio-canonical problem of co-territoriality through the three major Christian Ecclesiologies of the second Christian millennium: (1) the Crusades, (2) the Reform, and (3) Ethno-Phyletism. An original scientific and critical approach reveals that: the first Millennium resolved Christological problems, the second offers inherited unresolved Ecclesiological problems, and in the third Millennium we are invited to examine and to resolve them.
The present article starts from the fact that the parish constitutes the eucharistic family, the small eucharistic centre, where the redeeming action of the broader Church takes place, calling everyone to the synaxis. The parish becomes a... more
The present article starts from the fact that the parish constitutes the eucharistic family, the small eucharistic centre, where the redeeming action of the broader Church takes place, calling everyone to the synaxis. The parish becomes a place of incarnation of the Church, homeland for the Christian. Without a parish, everything is oppressive sacred idealism, an un-incarnated romantic utopia, a community that fails to reflect the person of Christ. Despite this, the author emphasises the fact that in the modern era, with the rapid expansion of urban centres, the parish seems to be gradually losing its character, and the bonds of its members appear to be weakening. The parish is being transformed into an impersonal gathering of unknown “Christians”. The author emphasizes the need to reflect on the role of the parish in the city nowadays, or in the countryside, within a Local Orthodox Church. In the latter case, the author proposes that the pastorship of a rural parish must be centred...
... Paulinian ecclesiology, as well as the whole patristic ecclesiology which followed, has never designated a ... has always been the location and never a racial, cultural, national or confessional ... A Church's identity is... more
... Paulinian ecclesiology, as well as the whole patristic ecclesiology which followed, has never designated a ... has always been the location and never a racial, cultural, national or confessional ... A Church's identity is described, and has always been described, by a local designation ...
Οι Βιβλικοί δρόμοι της Κανονικής Οικονομίας (Η σχέση Παλαιάς Διαθήκης (ΠΔ) και Καινής Διαθήκης (ΚΔ) ως πρόδρομος κάθε μεταγενέστερης κανονικής εξέλιξης και ανάπτυξης) 1 Η δημοσίευση ενός τιμητικού τόμου αφιερωμένου στον αγαπητό δάσκαλο... more
Οι Βιβλικοί δρόμοι της Κανονικής Οικονομίας (Η σχέση Παλαιάς Διαθήκης (ΠΔ) και Καινής Διαθήκης (ΚΔ) ως πρόδρομος κάθε μεταγενέστερης κανονικής εξέλιξης και ανάπτυξης) 1 Η δημοσίευση ενός τιμητικού τόμου αφιερωμένου στον αγαπητό δάσκαλο και καθηγητή Πανεπιστημίου Αθηνών Γεώργιο Πατρώνο, τον από το Μαυροχώρι της Καστοριάς ορμώμενο, που κατέθεσε στο πέρασμά του από τη Θεολογική Σχολή Αθηνών μία ηχηρή μαρτυρία ζωής, γίνεται η αφορμή να ψηλαφίσουμε με το παρόν κείμενο ένα ζήτημα που προσεγγίζεται συγκριτικά και σε συσχετισμό της Βιβλικής Παράδοσης (η Αγία Γραφή ως Παράδοση...) με την επακολουθήσασα Κανονική Παράδοση της Εκκλησίας (Οι Ιεροί Κανόνες ως Αγιογραφικό αποκύημα...). Έτσι, η απότιση αγάπης και τιμής στον τιμώμενο καθηγητή συνιστά μία πρωτότυπη ευκαιρία, που θέτει την Βιβλική Γραμματεία (το Βιβλικό Corpus της Εκκλησίας) με την Κανονική Γραμματεία (το Κανονικό Corpus της Εκκλησίας) σε διαλεκτική σχέση και σε διάλογο ερμηνευτικής. Η Παλαιά και η Καινή Διαθήκη, εκτός από σχέση ιστορικής συνέχειας και οντολογικής αλληλοπεριχώρησης, αποτελούν αλληλοεξαρτώμενα μέρη μιας-και μοναδικής-πορείας συνόλου του κτιστού, του ανθρώπου και της ανθρωπότητας. Μιας πορείας ένωσης και κοινωνίας με τον αποκεκαλυμμένο Θεό, με Αυτόν τον Τριαδικό Θεό, ο Οποίος ορίζεται βιβλικά ως κοινωνία: «Ο Θεός αγάπη (= κοινωνία) εστί» 2. Μιας πορείας ένωσης και κοινωνίας που ο Θεός ο ίδιος «επινόησε» και πρότεινε, μετά από την ελεύθερη αρνητική επιλογή του ανθρώπου-αυτό που αποκαλούμε λακωνικά «πτώση του ανθρώπου»-να μην κάνει χρήση της «θετικής ελευθερίας» του (άγιος Γρηγόριος Νύσσης), για κοινωνία με τον Δημιουργό Θεό. Για τον λόγο αυτόν, μπροστά στο διττό αυτό γεγονός, της αποποίησης κοινωνίας του ανθρώπου με τον Θεό και της επινόησης νέου τρόπου κοινωνίας του Θεού με τον 1 Δημοσιευθὲν ἐν Ἐκκλησία-Θεολογία-Βασιλεία. Τιμητικὸς Τόμος γιὰ τὸν Καθηγητὴ Γεώργιο Π. Πατρῶνο, Ἀθήνα, 2019, σελ. 791-807, καὶ ἐν Usk ja Elu, τεῦχ. 16 (2018), σελ. 33-54 (στὰ ἐσθονικά). 2 Α΄ Ιω. 4, 8 και 16.
Research Interests:
Καθηγητὴς τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου Θεολογικῆς Σχολῆς ΕΚΠΑ Α. Ὀρθόδοξη κανονικὴ ταυτότητα καὶ δυτικὰ θεολογικὰ ἀντιδάνεια 1 «Ἡ Θεολογία ἀνθίζει στὰ σύνορά της»… Ὅταν, στὰ μέσα τοῦ 19ου αἰ., οἱ Ὀρθόδοξες κατὰ τόπους Ἐκκλησίες, οἱ εὑρισκόμενες... more
Καθηγητὴς τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου Θεολογικῆς Σχολῆς ΕΚΠΑ Α. Ὀρθόδοξη κανονικὴ ταυτότητα καὶ δυτικὰ θεολογικὰ ἀντιδάνεια 1 «Ἡ Θεολογία ἀνθίζει στὰ σύνορά της»… Ὅταν, στὰ μέσα τοῦ 19ου αἰ., οἱ Ὀρθόδοξες κατὰ τόπους Ἐκκλησίες, οἱ εὑρισκόμενες κάτω ἀπὸ τὸν Ὀθωμανικὸ ζυγό, ἀπεφάσισαν νὰ εἰσέλθουν στὸν ἀκαδημαϊκὸ χῶρο μὲ ἵδρυση Θεολογικῶν Σχολῶν, βρέθηκαν μπροστὰ στὸ πρωτόγνωρο γεγονὸς τῆς ἀκαδημαϊκῆς διοργάνωσης Σχολῆς, χωρὶς νὰ διαθέτουν τὴν ἀντίστοιχη προγενέστερη ἐμπειρία. Μέχρι τότε, οἱ προσφερόμενοι τρόποι θεολογικῆς παιδείας, ἐκπαίδευσης καὶ κατάρτισης στοὺς κόλπους τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν παρουσίαζαν διαφορετικὲς δομὲς μὲ παντελῆ ἀπουσία συστηματικοῦ πλαισίου καί, ὡς ἐκ τούτου, χρειάστηκε αὐτὲς νὰ καταφύγουν σὲ χώρους μὲ ἐγνωσμένη ἀκαδημαϊκὴ θεολογικὴ ἐμπειρία. Οἱ χῶροι αὐτοὶ ἦταν δύο: ἡ ὁμόδοξη ἐλεύθερη τσαρικὴ Ρωσσία καὶ οἱ Δυτικές, Ρωμαιοκαθολικὲς ἢ Προτεσταντικές, Θεολογικὲς Σχολές, ποὺ λειτουργοῦσαν στὴν Ἰταλία, τὴν Αὐστρο-ουγγαρία, τὴν Γαλλία καὶ τὴν Ἀγγλία. Ἡ ἱστορικὴ αὐτὴ πληροφορία εἶναι καθοριστικῆς σημασίας γιὰ τὸ Συνέδριό μας καὶ γιὰ τὸν ἐν γένει σχετικὸ προβληματισμό μας, καὶ καλούμαστε νὰ τὴν ἀξιολογήσουμε ἀπὸ κοινοῦ καὶ νὰ τὴν ἀποτιμήσουμε θεολογικὰ καὶ ἴσως νὰ προβοῦμε μελλοντικὰ σὲ κάποιες ἐνέργειες ἀνατροπῆς τῶν ἐπιχωματικῶν καὶ τῶν ὅποιων ἐμβόλιμων στοιχείων. Καὶ ἐξηγοῦμαι. Οἱ Ὀρθόδοξες Θεολογικὲς Σχολὲς τοῦ 19ου αἰ., μὲ πρώτη ἱστορικὰ τὴν Θεολογικὴ Σχολὴ Ἀθηνῶν (1836-37), ἀντέγραψαν τὰ Ρωμαιοκαθολικὰ ἢ τὰ 1 Δημοσιευθέν εν ΠΡΑΚΤΙΚΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ «180 ΧΡΟΝΙΑ ΘΕΟΛΟΓΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΣΤΟ ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ (1837-2017)», πραγματοποιηθέν στην Θεολογική Σχολή του Πναεπιστημίου Αθηνών (9-11 Μαΐου 2017), Αθήνα, εκδ. της Κοσμητείας της Θεολογικής Σχολής του ΕΚΠΑ, 2018, σελ. 509-522.
Research Interests:
Ἐκκλησιαστικοῦ καὶ Κανονικοῦ Δικαίου (19ος-21ος αἰ.) 1 Στὰ ἐπιστημονικὰ πεδία τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ καὶ τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου μποροῦμε νὰ διακρίνουμε τρεῖς χρονικὰ εὐρύτερες ἱστορικὲς περιόδους κατὰ τὴν διάρκεια τῶν δύο προηγούμενων... more
Ἐκκλησιαστικοῦ καὶ Κανονικοῦ Δικαίου (19ος-21ος αἰ.) 1 Στὰ ἐπιστημονικὰ πεδία τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ καὶ τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου μποροῦμε νὰ διακρίνουμε τρεῖς χρονικὰ εὐρύτερες ἱστορικὲς περιόδους κατὰ τὴν διάρκεια τῶν δύο προηγούμενων χιλιετιῶν. Ἡ πρώτη περίοδος συμπίπτει χρονικὰ μὲ τὴν πρώτη χιλιετία τῆς ἱστορικῆς ὕπαρξης τῆς Ἐκκλησίας (1ος-9ος αἰ.), κύριο χαρακτηριστικὸ τῆς ὁποίας εἶναι ἡ κανονογέννηση καὶ ἡ συνοδικὴ θέσπιση τῶν Ἱερῶν Κανόνων, οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦν τόσο τὶς πρωταρχικὲς ὅσο καὶ τὶς κύριες πηγὲς τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ καὶ τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου. Ἀκολουθεῖ μία δεύτερη ἐξ ἴσου μακραίωνη ἱστορικὴ περίοδος (10ος-19ος αἰ.), μὲ κύριο χαρακτηριστικὸ τὴν ποικιλία διαδραστικῶν θεματικῶν (πολυθεματικῶν) ποὺ σχετίζονται ἄμεσα μὲ τὴν προγενέστερη ἱστορικὴ ἐμφάνιση τῶν Κανόνων στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπιγραμματικὰ καὶ δειγματοπληπτικὰ θὰ μπορούσαμε νὰ ἀπαριθμήσουμε τὰ ἑξῆς ἀντιπροσωπευτικὰ δεδομένα: α) Τὶς καταξιωμένες Ἑρμηνεῖες τῶν Ἐκκλησιακῶν Κανόνων μὲ νομοκανονικοὺς Ὑπομνηματισμούς, τὶς ὑλοποιηθεῖσες ἀπὸ τοὺς βυζαντινοὺς κανονολόγους καὶ σχολιαστὲς τοῦ Μεσαίωνα (Ἰωάννης Ζωναρᾶς, Θεόδωρος Βαλσαμών, Ἀλέξιος Ἀριστηνός, Ματθαῖος Βλάσταρης, Κων/νος Ἁρμενόπουλος, κ.ἄ.) καὶ ἀπὸ τοὺς συντάκτες κανονολόγους τοῦ Πηδαλίου τοῦ 18ου αἰ. (ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἀγιορείτης καὶ ἱερομόναχος Ἀγάπιος Λεονάρδος). β) Τὴν συγκρότηση τῶν περίφημων Νομοκανόνων, μία σπουδαία καὶ χρήσιμη σύνθεση ποὺ ξεκινάει δειλά-δειλά ἤδη ἀπὸ τὰ μισὰ τῆς Α΄ χιλιετίας, σὲ κοινὴ ἔκδοση, ἱερῶν Κανόνων τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐκκλησιαστικῶν Νόμων τῆς Πολιτείας, καὶ καθιερώθηκε ὡς κύρια ἐρευνητικὴ πηγὴ καὶ ὡς γενεσιουργὸς αἰτία ἀνάδειξης τῶν 1
Research Interests:
Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών ΤΡΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΠΕΡΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΖΩΗΣ 1 Μου τέθηκαν τρία καίρια ερωτήματα για την ζωή, την προέλευσή της και την αλήθεια της από κάποιους φίλους «εντευξόμενους» και, πολύ απλά και... more
Καθηγητής Θεολογικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών ΤΡΙΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ ΠΕΡΙ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΖΩΗΣ 1 Μου τέθηκαν τρία καίρια ερωτήματα για την ζωή, την προέλευσή της και την αλήθεια της από κάποιους φίλους «εντευξόμενους» και, πολύ απλά και αυθόρμητα, για τα τόσο μεγάλα ζητήματα που τα ερωτήματα αυτά αγγίζουν, έχω να απαντήσω λακωνικά τα εξής. 1. Ποιος δημιούργησε ή πως δημιουργήθηκε το σύμπαν; Στο πανάρχαιο ανθρώπινο ερώτημα περί κοσμογονίας και δημιουργίας του σύμπαντος (κόσμου) συναντούμε διάφορες και ποικίλες απαντήσεις, φιλοσοφικές, θρησκειακές και επιστημονικές, οι οποίες όμως δεν συμπίπτουν μεταξύ τους ως προς το περιεχόμενό τους και την προοπτική τους. Γι' αυτό και το ερώτημα παραμένει ανοικτό μέχρι σήμερα και για αυτόν τον λόγο, επίσης, επανέρχεται συνεχώς, τίθεται και ξανατίθεται σε πανανθρώπινο προσκήνιο. Για εμένα προσωπικά, δίπλα στις αναρίθμητες και πολυποίκιλες απαντήσεις, ενδεδειγμένη απάντηση συνιστά η βιβλική προοπτική περί κοσμογονίας και δημιουργίας του σύμπαντος κόσμου, καθώς η προοπτική αυτή όχι μόνον επαληθεύεται πρακτικά αλλά έχει και αντίκρυσμα ζωής, όπως θα δούμε παρακάτω και από τα άλλα δύο συνδυαστικά ερωτήματα και τις απαντήσεις τους, που ακολουθούν. Υπάρχει πράγματι διαδεδομένο σε όλους τους λαούς αυτό το ερώτημα, το οποίο το έθεσαν οι φιλόσοφοι πρώτοι ήδη από την αρχαιότητα. Στη συνέχεια υιοθέτησε το ίδιο ερώτημα και η Θεολογική Γραμματεία και οι σύγχρονοι φιλόσοφοι, και πολλοί άλλοι, καθώς και επιστήμονες, διευρύνοντας λίγο την προοπτική του και θέτοντάς το ακόμη ποιο πλατειά: από που ερχόμαστε και που πηγαίνουμε. Είναι ένα ερώτημα όντως καίριο και πολύ σημαντικό για τη ζωή μας και την προοπτική της, το οποίο απασχολεί τον άνθρωπο σε κάθε εποχή τόσο προσωπικά όσο και συλλογικά. 1 Δημοσιευθὲν ἐν Κώστ. Πέτρου (ἐπιμ.), Τὸ βιβλίο τῶν ἁπλῶν Ἐρωτημάτων, Ἀθήνα, ἐκδ. Ἐντύποις, 2020, σελ. 113-130.
Research Interests:
Le Monachisme et l'Église intégrée dans le monde (Le rapport antinomique entre l'institutionnel et le charismatique au sein de l'Église) 1 Dans la recherche relative au Monachisme et aux questions qui s'y rap-portent, la première place... more
Le Monachisme et l'Église intégrée dans le monde (Le rapport antinomique entre l'institutionnel et le charismatique au sein de l'Église) 1 Dans la recherche relative au Monachisme et aux questions qui s'y rap-portent, la première place peut-être revient à la relation antinomique qu'il suppose entre l'institutionnel et le charismatique au sein du corps ecclésial, question qui s'est principalement posée lors de l'émergence du Monachisme dans l'Église et demeure ouverte jusqu'à nos jours. Cette question concrète a été déjà posée dans la perspective de la recherche par deux théologiens et maîtres contemporains, le Métropolite Jean (Zizioulas) de Pergame 2 et le Professeur à l'Université d'Athènes Vlassios Phidas 3. Il s'agit d'une question mal discernée avec assez d'extensions et beaucoup de paramètres. Dès l'origine, il est possible de distinguer des courants divers au sein de la communauté ecclésiale primitive, voire des conceptions apparemment opposées, quant à la voie à suivre pour parvenir à la perfection chrétienne 4 et au Royaume du Siècle à venir 5. Par la suite, ce courant a montré des manifestations multiples, 1 chrétiens ceux qui sont venus sous le joug de la grâce. 5 Cf. ibid., ch. XIV.
Research Interests:
Καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Ἡ ἀντινομικὴ διαπάλη θεσμικοῦ καὶ χαρισματικοῦ στὴν Ἐκκλησία 1 Ἡ ἀντινομικὴ σχέση θεσμικοῦ καὶ χαρισματικοῦ στὸ Ἐκκλησιακὸ σῶμα εἶναι ἕνα ζήτημα ποὺ προέκυψε ὡς διαπάλη κυρίως μὲ... more
Καθηγητὴς τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Ἡ ἀντινομικὴ διαπάλη θεσμικοῦ καὶ χαρισματικοῦ στὴν Ἐκκλησία 1 Ἡ ἀντινομικὴ σχέση θεσμικοῦ καὶ χαρισματικοῦ στὸ Ἐκκλησιακὸ σῶμα εἶναι ἕνα ζήτημα ποὺ προέκυψε ὡς διαπάλη κυρίως μὲ τὴν ἐμφάνιση καὶ τὴν ἐξάπλωση τοῦ Μοναχισμοῦ στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας, καὶ ποὺ παραμένει θεολογικὰ ἀνοικτὸ μέχρι σήμερα. Τὸ συγκεκριμένο αὐτὸ ζήτημα τὸ ἔθεσαν ἤδη πρὸς διερεύνηση δύο σύγχρονοι δάσκαλοι ἡμῶν τῶν νεωτέρων, ὁ Καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης καὶ Ἀκαδημαϊκὸς Σεβ. Μητροπολίτης Περγάμου Ἰωάννης Ζηζιούλας 2 καὶ ὁ Καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Βλάσιος Φειδᾶς 3. Πρόκειται γιὰ ἕνα ζήτημα δυσδιάκριτο μὲ ἀρκετὲς προεκτάσεις, ἀδιόρατες ἀπορροὲς καὶ πολλὲς παραμέτρους. Πράγματι, ἤδη στὶς ἀπαρχές, στὴν πρωτοχριστιανικὴ Ἐκκλησιακὴ κοινότητα, διακρίνουμε διάφορα ρεύματα καὶ μερικὲς φορὲς τάσεις ἀντιθετικὲς ὡς πρὸς τὸ ποιά ὁδὸ νὰ υἱοθετήση κανείς, γιὰ νὰ φθάση στὴν τελειότητα 4 καὶ στὴ Βασιλεία τοῦ Μέλλοντος Αἰῶνος 5. Τὸ ρεῦμα αὐτὸ ἐμφάνισε πολλαπλασιαστικὲς ἐκδηλώσεις στὴν συνέχεια, εἰδικὰ μετὰ τὴν ἔκδοση τοῦ Διατάγματος τῶν Μεδιολάνων (313). Τὶς τάσεις αὐτές, οἱ Σύνοδοι τῆς Ἐκκλησίας, εἰδικὰ τοῦ 5ου καὶ τοῦ 6ου αἰώνα, προσεπάθησαν νὰ τὶς ἐναρμονίσουν ἐνσωματωσιακά. Δύο ὑπῆρξαν τότε οἱ διαμορφωθέντες κύριοι πόλοι τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ «ἰδεώδους»: ἡ (ἐνοριακὴ) εὐχαριστία καὶ ἡ ἀσκητική 6 .
Research Interests:
Καθηγητής του Κανονικού Δικαίου της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Το καθεστώς του Δικαίου των Εκκλησιών και των Θρησκευμάτων στο πλαίσιο της (νομικά ενιαίας και Ενωμένης) Ευρώπης 1 Στην Θεσσαλονίκη, στις αρχές Ιουλίου 2016,... more
Καθηγητής του Κανονικού Δικαίου της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Το καθεστώς του Δικαίου των Εκκλησιών και των Θρησκευμάτων στο πλαίσιο της (νομικά ενιαίας και Ενωμένης) Ευρώπης 1 Στην Θεσσαλονίκη, στις αρχές Ιουλίου 2016, και στην εκεί Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, παρουσιάσθηκε σε προβλεπόμενη συνεδρία μία αξιόλογη Διδακτορική Διατριβή Κανονικού Δικαίου υπό την επίβλεψη του εξαίρετου συναδέλφου Νικολάου Μαγγιώρου, Επικ. Καθηγητή του Εκκλησιαστικού και Κανονικού Δικαίου της οικείας Σχολής, στην οποία ο υποφαινόμενος ήταν μέλος της Τριμελούς Εισηγητικής Επιτροπής και της Επιτροπής κρίσης. Η κ. υποψηφία, Δρ. Ελεονώρα Α. Γιατσίδου, μία νέα και φέρελπις ερευνήτρια, καταπιάστηκε με ένα σύγχρονο, επίκαιρο και υπό διαμόρφωση ακόμη αντικείμενο, που ενδιαφέρει τόσο τους εκκλησιαστικολόγους όσο και τους κανονολόγους, αλλά και όλους όσους ενασχολούνται με το Δίκαιο των Εκκλησιών και των Θρησκευμάτων. Η διδακτορική εργασία τιτλοφορείται: Η σπουδή του Δικαίου των Θρησκευμάτων στο πλαίσιο της ενιαίας Ευρωπαϊκής Ανώτατης Εκπαίδευσης, Θεσσαλονίκη 2016, σε 462 πυκνογραμμένες σελίδες, και αποτελεί την συμπτυγμένη μορφή μιας εκτεταμένης και πληθωρικής έρευνας που προ-κατατέθηκε και που αριθμούσε πριν από την σύμπτυξή της συνολικά 1187 σελίδες σε δύο τόμους, με πλουσιώτατη βιβλιογραφία και διευκρινιστικούς πίνακες, όπως απαιτεί μία εκτεταμένη συγκριτική επιστημονική μελέτη. Η προβληματική της Διατριβής παραπέμπει σε μία πρόταση έρευνας, που αποτελεί μία επίσημη πρώτη στην Ελλάδα συστηματική καταγραφή και ταξινόμηση της παρουσίασης του Δικαίου των Εκκλησιών και των Θρησκευμάτων (ΔΕΘ) στον χώρο της ενιαίας Ευρωπαϊκής πραγματικότητας και, ταυτόχρονα, της εισαγωγής της στο επίπεδο της Ανώτατης Εκπαίδευσης σε συγκριτική προοπτική. Η διαπίστωση της ύπαρξης ενός μωσαϊκού Εκκλησιών και Θρησκειών στον Ευρωπαϊκό κοινωνικό και πολιτικό χώρο, οι οποίες [Εκκλησίες και Θρησκείες] αλληλεπιδρούν με τις τοπικές και εθνικές κοινωνίες στο νομοθετικό γίγνεσθαι των επιμέρους Ευρωπαϊκών Κρατών, καθιστά αναγκαία την σπουδή της εν λόγω θεματικής περιοχής τόσο για την Εκκλησία κατ' ουσίαν όσο και για την Πολιτεία κατά προτεραιότητα (επειδή αυτής της τελευταίας της ανήκει εξ ορισμού η θεσμική πρωτοβουλία συνάντησης των δύο αυτών μεγεθών). Στην αμφίσημη σχέση, όμως, υφίσταται 1 Δημοσιευθέν εν Θεολογία, τ. 87, τεύχ. 3 (2016), σελ. 119-128.
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:

And 149 more

Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Archim. Grigorios D. PAPATHOMAS (C om m ent le m o n a ch ism e fu t c o n firm é p a r le s c a n o n s d e l'a g iis e e t lois d e l'Em pire) Préface de Jean GAUDEMET e ditions p e k ta s is
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
Research Interests:
LE PATRIARCAT OECUMÉNIQUE DE CONSTANTINOPLE (y co m p ris la P o lite ia m o n astiq u e du M ont A th DANS L EUROPE UNIE (A pproche nom ocan on iq u e)
Research Interests: