accident
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
accident | accidents |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- accident < (κληρονομημένο) μέση αγγλική accident < παλαιά γαλλική accident < λατινική accidens < accido < ad + cado
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈæk.sɪ.dənt/ (βρετανικό)
- ΔΦΑ : /ˈæk.sə.dənt/ (ΗΠΑ)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]accident (en)
- το ατύχημα, το δυστύχημα
- ⮡ I had a little accident on the way; that’s why I’m late.
- Είχα ένα μικρό ατύχημα στο δρόμο γι' αυτό άργησα.
- ⮡ The accident serves to show how dangerous high speed is.
- Το δυστύχημα χρησιμεύει να δείξει πόσο επικίνδυνη είναι η μεγάλη ταχύτητα.
- ⮡ I had a little accident on the way; that’s why I’m late.
- το τυχαίο γεγονός
Σύνθετα
[επεξεργασία]Εκφράσεις
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
accident | accidents |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]accident (fr) αρσενικό
- το ατύχημα, το δυστύχημα
- ⮡ accident de la route, accident de la circulation - αυτοκινητιστικό δυστύχημα
- η αλλοίωση
- (μουσική) η αλλοίωση ενός φθόγγου (ή και περισσότερων) που δε βρίσκεται στο κλειδί· (κατ’ επέκταση) το αντίστοιχο σύμβολο (δίεση, ύφεση, αναίρεση)
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα παλαιά γαλλικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (βρετανικά αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αμερικανικά αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (αμερικανικά αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (γαλλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (γαλλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (γαλλικά)
- Γαλλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)
- Μουσική (γαλλικά)