magnopere
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]magnopere (la) ή magno opere (θετικός βαθμός του επιθέτου magnus) , συγκριτικός : magis, υπερθετικός : maxime
magnopere / magno opere |