magister
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- magister < magis + -ter < magnus < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *maǵ- ή *meǵh₂-
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]magister (la) αρσενικό
- ο δάσκαλος