jardin

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
jardin jardins

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ʒaʁ.dɛ̃/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

jardin (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]