Skip to main content
Η εργασία αυτή είναι μια πρώτη προσέγγιση στο σύνθετο ζήτημα των σχέσεων μεταξύ λαϊκισμού και ιδεολογίας μέσα από δύο συγκεκριμένες εννοήσεις της ιδεολογίας. Συγκεκριμένα συζητάμε μια σειρά από ιδέες που αφορούν εννοιακά προβλήματα αλλά... more
Η εργασία αυτή είναι μια πρώτη προσέγγιση στο σύνθετο ζήτημα των σχέσεων μεταξύ λαϊκισμού και ιδεολογίας μέσα από δύο συγκεκριμένες εννοήσεις της ιδεολογίας. Συγκεκριμένα συζητάμε μια σειρά από ιδέες που αφορούν εννοιακά προβλήματα αλλά και λειτουργίες της ιδεολογίας μέσα στο κοινωνικο-πολιτικό πεδίο και διαπιστώνουμε ότι υπάρχουν ομοιότητες και αντιστοιχίες μεταξύ των δύο μορφών του λόγου, προτείνουμε δε, συμβατικά, ότι ο λαϊκισμός μπορεί να θεωρηθεί μορφή του ιδεολογικού λόγου, ίσως όχι με την έννοια της «σκληρής» πολιτικής ιδεολογίας αλλά με την έννοια μιας «λεπτής» ιδεολογίας.
This presentation attempts to tackle some of the complex relations between ideology and human rights by referring to two interesting texts on ideology and to outline some of the discursive ways in which human rights can function as... more
This presentation attempts to tackle some of the complex relations between ideology and human rights by referring to two interesting texts on ideology and to outline some of the discursive ways in which human rights can function as ideology. By way of doing that we aim to pose some important questions for further research concerning the ways in which human rights discourse can assume various ideological uses and functions.
Η παρουσίαση αυτή στοχεύει στο να διερευνήσει τις δυνατότητες οριοθέτησης του λόγου των κοινωνικών επιστημών απέναντι στο έξωθεν τους, στο έτερον τους, δηλαδή σε άλλα είδη λόγου, από τα όποια πρέπει πάντοτε, χάρη της λειτουργίας και της... more
Η παρουσίαση αυτή στοχεύει στο να διερευνήσει τις δυνατότητες οριοθέτησης του λόγου των κοινωνικών επιστημών
απέναντι στο έξωθεν τους, στο έτερον τους, δηλαδή σε άλλα είδη λόγου, από τα όποια πρέπει πάντοτε, χάρη της
λειτουργίας και της ιδιαιτερότητας του, να διαφοροποιείται ενώ ταυτόχρονα αυτό αποτελεί την αδύνατη συνθήκη της
ύπαρξης του στο βαθμό που είναι αδύνατον να θεμελιώσει ισχυρά και πλήρως αυτή τη διαφορά.
Το άρθρο αυτό εντάσσεται σε μια ευρύτερη προσπάθεια επαναξιολόγησης των κλασικών προσεγγίσεων της κοινωνιολογίας της γνώσης Αποτελεί συνεπώς ένα από τα βήματα αυτής της προβληματικής και παράλληλα εντάσσεται σε μια συζήτηση που αφορά τις... more
Το άρθρο αυτό εντάσσεται σε μια ευρύτερη προσπάθεια επαναξιολόγησης των κλασικών προσεγγίσεων της κοινωνιολογίας της γνώσης Αποτελεί συνεπώς ένα από τα βήματα αυτής της προβληματικής και παράλληλα εντάσσεται σε μια συζήτηση που αφορά τις θεωρητικές επεξεργασίες που έγιναν (σχετικά με τις μεθόδους, τις αξιολογικές κρίσεις, τον θετικισμό κ.λπ.) γύρω από τις κατευθύνσεις της κοινωνικής επιστήμης και της κοινωνιολογίας στη Γερμανία στη δεκαετία του 1930. Εάν λοιπόν το έργο του Karl Mannheim – ειδικά το κλασικό Ιδεολογία και Ουτοπία– θέτει προγραμματικά το πεδίο και τους στόχους της κοινωνιολογίας της γνώσης από μία συγκεκριμένη οπτική, τότε είναι ενδιαφέρον να δούμε κάποιες από τις μαρξιστικές απαντήσεις στην προβληματική αυτή, οι οποίες αφορούν κυρίως τους επιστημολογικούς αλλά και τους ευρύτερους κοινωνικούς και πολιτικούς επικαθορισμούς της θεωρίας του – αλλά και της κοινωνικής θεωρίας εν γένει.
Το άρθρο αυτό ασχολείται με τη σχέση του έργου του Basil Bernstein με την κοινωνική και κοινωνιολογική θεωρία γενικά και την επιστημολογία των κοινωνικών επιστημών ειδικότερα. Μέσα από μια ανάλυση των βασικών εννοιών και επιχειρημάτων στο... more
Το άρθρο αυτό ασχολείται με τη σχέση του έργου του Basil Bernstein με την κοινωνική και κοινωνιολογική θεωρία γενικά και την επιστημολογία των κοινωνικών επιστημών ειδικότερα. Μέσα από μια ανάλυση των βασικών εννοιών και επιχειρημάτων στο έργο του, η βασική θέση του άρθρου είναι ότι πέρα από τη σημαντική συνεισφορά του στην κοινωνιολογία της εκπαίδευσης, το έργο του Bernstein ενέχει σε όλο του το εύρος και πρωτότυπες θεωρητικές συνθέσεις που αφορούν ένα σημαντικό εύρος της κλασσικής και σύγχρονής κοινωνικής θεωρίας από τον Μάρξ και τον Ντυρκέμ μέχρι τον δομισμό και το έργο του Φουκώ.  Παρά τον – ή ίσως ακριβώς λόγω – του εκλεκτικισμού τους αυτές οι θεωρητικές συνθέσεις είναι ενδιαφέρουσες και πρωτότυπες, αν και δεν θεματοποιούνται ποτέ ανοικτά και δεν αναλύονται οι επιστημολογικές προϋποθέσεις και οι συνέπειες τους στο βαθμό που η βασική στόχευση του Bernstein παραμένει πάντοτε μια «κοινωνιολογία της σχολικής γνώσης» και των κοινωνικών επικαθορισμών της. Το άρθρο επιχειρεί να χαρτογραφήσει αυτές τις ενδιαφέρουσες θεωρητικές διαδρομές που ορίζουν όλο το έργο του Bernstein επισημαίνοντας ταυτόχρονα ότι φαίνεται να απουσιάζει σε πολλά σημεία η αναγκαία κριτική διάσταση της κοινωνικής θεωρίας ως κριτική του υπάρχοντος στην προοπτική του δέοντος.
Στις σύγχρονες επιστημολογικές αναζητήσεις που αφορούν την κοινωνική επιστήμη - τόσο το παρόν της όσο και το μέλλον της – προεξέχουσα θέση κατέχει τις τελευταίες δεκαετίες η έννοια της κατασκευής (construction, constructionism). Σήμερα... more
Στις σύγχρονες επιστημολογικές αναζητήσεις που αφορούν την κοινωνική επιστήμη  - τόσο το παρόν της όσο και το μέλλον της – προεξέχουσα θέση κατέχει τις τελευταίες δεκαετίες η έννοια της κατασκευής (construction, constructionism). Σήμερα πολλοί κοινωνικοί επιστήμονες από διάφορους γνωστικούς κλάδους μιλάνε για «κατασκευές», είτε με πιο αυστηρούς ορισμούς της έννοιας είτε με πιο χαλαρές, καθημερινές εννοήσεις του όρου. Αυτό σημαίνει ότι η σύγχρονη βιβλιογραφία των κοινωνικών επιστημών βρίθει αναφορών στην «κατασκευή των εννοιών», στην «κατασκευή της κοινωνικής πραγματικότητας», στην «κατασκευή των συλλογικών αναπαραστάσεων», στην «κατασκευή του υποκειμένου», στην «κατασκευή της φύσης» και πολλές άλλες. Πολλές φορές ο όρος «κατασκευή» χρησιμοποιείται ως γενικό και αόριστο συνώνυμο του «δομώ», έχει όμως και συγκεκριμένες επιστημολογικές συνεκδοχέςֹ το σημαντικό ωστόσο είναι ότι η έννοια της κατασκευής – και οι επιστημολογικές της παραδοχές και προϋποθέσεις – έχουν εγγραφεί ουσιαστικά μέσα στον λόγο των κοινωνικών επιστημών.  Αν θέλαμε να γενικεύσουμε, θα λέγαμε ότι η τάση αυτή σημαδεύει μέσα στην κοινωνική επιστήμη την ανάπτυξη μιας συνείδησης ότι καμιά κοινωνική, φυσική ή άλλη «πραγματικότητα» δεν είναι απλώς και αδιαμεσολάβητα «πραγματική» αλλά αναφέρεται σε κάτι το οποίο δομείται από τις οπτικές των επιμέρους (ατομικών ή συλλογικών) υποκειμένωνֹ μια άποψη που δεν αρνείται ότι η πραγματικότητα «υπάρχει» αλλά δεν θεωρεί τίποτα το δεδομένο και το φυσικό σ΄ αυτή την «πραγματικότητα».
Το κείμενο αυτό αποτελεί μια πρώτη προσέγγιση σχετικά με τις αναλύσεις του Άντονυ Γκίντενς για την νεωτερικότητα. Συνοψίζει δηλαδή μια σειρά από θέματα που είναι κυρίαρχα στις αναλύσεις του όπως η διάκριση μεταξύ παραδοσιακών και... more
Το κείμενο αυτό αποτελεί μια πρώτη προσέγγιση σχετικά με τις αναλύσεις του Άντονυ Γκίντενς για την νεωτερικότητα.  Συνοψίζει δηλαδή μια σειρά από θέματα που είναι κυρίαρχα στις αναλύσεις του όπως η διάκριση μεταξύ παραδοσιακών και νεωτερικών κοινωνιών, η ιδιαίτερη σημασία της νεωτερικότητας ως αναστοχαστικού εγχειρήματος, η διαλεκτική ρίσκου και εμπιστοσύνης που χαρακτηρίζει τις νεωτερικές κοινωνίες, η μεταβολή των όρων συγκρότησης των ατομικών ταυτοτήτων και των διαφόρων εκφάνσεων της οικεικότητας, των νέων μορφών αποσύνδεσης και επανασύνδεσης του χώρου και του χρόνου κ.α. Συνοψίζοντας τα παραπάνω επιχειρήματα υποστηρίζουμε ότι για τον Γκίντενς η νεωτερικότητα α) τείνει προς μια ριζοσπαστικοποίηση και μεταβολής της χωρίς όμως να μπορούμε ακόμη να μιλήσουμε για μια μετα-νεωτερική κοινωνία β) ενέχει καταστατικό το ρίσκο και την διακινδύνευση με τα οποία θα πρέπει να μάθουμε εφεξής να ζούμε και γ) απελευθερώνει μια σειρά από κοινωνικές δυνάμεις και τεχνολογικές δυνατότητες πρωτοφανείς στην ανθρώπινη ιστορία οι οποίες προσφέρουν τεράστιες ευκαιρίες για το μέλλον αλλά και πρωτόγνωρους κινδύνους για το ανθρώπινο είδος.
Σκοπός του άρθρου αυτού είναι να επανεξετάσει θεωρητικά την σχέση μεταξύ εκπαίδευσης και ιδεολογίας από την πλευρά της κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης, της κοινωνιολογίας της γνώσης και της θεωρίας της ιδεολογίας. Θεωρούμε τους τρεις... more
Σκοπός του άρθρου αυτού είναι να επανεξετάσει θεωρητικά την σχέση μεταξύ εκπαίδευσης και ιδεολογίας από την πλευρά της κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης, της κοινωνιολογίας της γνώσης και της θεωρίας της ιδεολογίας. Θεωρούμε τους τρεις αυτούς γνωστικούς χώρους ως πολύ συναφείς στο βαθμό που δεχόμαστε ότι η κοινωνιολογία της εκπαίδευσης είναι ουσιαστικά μια κοινωνιολογία της εκπαιδευτικής γνώσης˙ μια κοινωνιολογία συνεπώς των τρόπων παραγωγής, αναπαραγωγής, επιλογής και κατανομής της γνώσης μέσα στους εκπαιδευτικούς θεσμούς-αλλά και στην κοινωνία εν γένει. Εάν αυτό γίνει δεκτό, τότε και ο χώρος της θεωρίας της ιδεολογίας, ως τομέας της κοινωνιολογίας της γνώσης, σχετίζεται άμεσα με την εκπαίδευση˙ επιπλέον το θέμα του ιδεολογικού περιεχομένου της εκπαίδευσης έχει τεθεί και συζητηθεί εδώ και πολύ καιρό κυρίως από μαρξιστικές και μαρξίζουσες θεωρίες. Στο άρθρο αυτό στόχος μας είναι να προσπαθήσουμε να συζητήσουμε σύντομα κάποια από τα ζητήματα που αφορούν τη θεωρία της ιδεολογίας και τη δυνατότητα χρήσης αυτών των θεωρητικών προσεγγίσεων στην κοινωνιολογία της εκπαίδευσης. Ειδικότερα θα εξετάσουμε το πώς τοποθετείται το ζήτημα της ιδεολογίας μέσα στην εκπαιδευτική διαδικασία αλλά και τις ευρύτερες κοινωνικές λειτουργίες της ιδεολογίας μέσα και μέσω του εκπαιδευτικού συστήματος.
Η εργασία αυτή αποτελεί ένα βήμα προς την κατεύθυνση της κατανόησης και θεματοποίησης της έννοιας της καθημερινότητας ως του βασικότερου πεδίου κοινωνικότητας και κινείται διαρκώς από μια φιλοσοφική – εννοιακή διερεύνηση προς την... more
Η εργασία αυτή αποτελεί ένα βήμα προς την κατεύθυνση της κατανόησης και θεματοποίησης της έννοιας της καθημερινότητας ως του βασικότερου πεδίου κοινωνικότητας και κινείται διαρκώς από μια φιλοσοφική – εννοιακή διερεύνηση προς την κοινωνική θεωρία, με σκοπό να καταδείξει – μεταξύ των άλλων – την αναγκαιότητα του διαρκούς περάσματος της κοινωνικής θεωρίας μέσα από τη φιλοσοφική ανάλυση, δηλαδή τη διαρκή ανάγκη του στοχασμού και του αναστοχασμού επάνω στις έννοιες και τους όρους της κοινωνικής θεωρίας. Επειδή λοιπόν μια φιλοσοφική – εννοιακή διερεύνηση της έννοιας της καθημερινότητας έχει ήδη καταγραφεί  αυτό που λείπει είναι η επιστροφή των φιλοσοφικών αναλύσεων σε μια εμπλουτισμένη κοινωνική θεωρία, σε μια θεωρία που μπορεί να αναγνωρίσει τόσο την πραγματικότητα όσο και τον εαυτό της με «άλλους όρους».
Στο κείμενο αυτό θα επιχειρήσουμε μια πρώτη ανάγνωση μερικών βασικών θεματικών του έργου του Ερνέστο Λακλάου υπό την έννοια μιας γενικής εισαγωγής στο έργο του και με τους περιορισμούς που θέτει ένας πεπερασμένος χώρος. Δικός μας στόχος... more
Στο κείμενο αυτό θα επιχειρήσουμε μια πρώτη ανάγνωση μερικών βασικών θεματικών του έργου του Ερνέστο Λακλάου υπό την έννοια μιας γενικής εισαγωγής στο έργο του και με τους περιορισμούς που θέτει ένας πεπερασμένος χώρος.  Δικός μας στόχος ωστόσο εδώ είναι να δώσουμε έμφαση σε διάφορες επιστημολογικές συνεισφορές του Λακλάου προς την κατεύθυνση της επεξεργασίας μιας θεωρίας του κοινωνικούֹ και του Πολιτικού.  Θεωρούμε δηλαδή – και αυτή είναι η υπόθεση εργασίας μας – ότι το έργο του περιέχει ενδιαφέρουσες επιστημολογικές προτάσεις θεώρησης τόσο του πολιτικού όσο και του κοινωνικού οι οποίες, εκκινώντας από «κλασσικές» ρίζες στην μαρξιστική θεωρία (Μάρξ, Γκράμσι, Αλτουσέρ) ανοίγονται σταδιακά προς σύγχρονα φιλοσοφικά και θεωρητικά ρεύματα (Ντεριντά, Λακάν, φιλοσοφία της γλώσσας, Βιτγκενστάιν, Φουκώ κλπ) που δεν ανήκουν στον χώρο που ονομάζεται "παραδοσιακά" πολιτική και κοινωνική θεωρία.  Παράλληλα σε μια εποχή κρίσης του αριστερού λόγου η πρόταση του για μια «ριζοσπαστική δημοκρατία» αξίζει τουλάχιστον να συζητηθεί ως μια πιθανή προσέγγιση, πέρα τόσο από τον νεοφιλελευθερισμό όσο και από τις δογματικές – ολοκληρωτικές λύσεις ενός ορισμένου τύπου αριστεράς.
Στην εργασία μας αυτή προσπαθούμε να σκιαγραφήσουμε μια θεωρητική κίνηση η οποία εκκινεί από το περίγραμμα μιας φιλοσοφικής λογικής της απόφασης – αυτό που θα μπορούσαμε γενικά να ονομάσουμε ως αρχή της αποφασισιμότητας – και περνά στις... more
Στην εργασία μας αυτή προσπαθούμε να σκιαγραφήσουμε μια θεωρητική κίνηση η οποία εκκινεί από το περίγραμμα μιας φιλοσοφικής λογικής της απόφασης – αυτό που θα μπορούσαμε γενικά να ονομάσουμε ως αρχή της αποφασισιμότητας – και περνά στις λογικές της κοινωνικής θεωρίας, δηλαδή στις λογικές των κοινωνικο – ιστορικών δεσμεύσεων και επικαθορισμών της απόφασης. Το βασικό μας ζήτημα συνεπώς είναι να υποσημειώσουμε τις λογικές της απόφασης, κάποιες από τις οποίες θέτει στο έργο του ο Ζακ Ντεριντά, με το στοιχείο της καταστατικής ιστορικής τους καθορισιμότητας σχολιάζοντας έτσι, έστω και έμμεσα, το τεράστιο θέμα της σχέσης που παραδοσιακά τίθεται ως «σχέση επικαθορισμού και ελευθερίας».
Παρότι ο όρος «ιδεολογία» κατέχει μια πολύ σημαντική θέση τόσο στο καθημερινό λεξιλόγιο όσο και στην ορολογία των κοινωνικών επιστημών, η καταστατική μας θέση στην εργασία αυτή θα είναι ότι ο όρος αυτός διέρχεται μια βαθιά κρίση... more
Παρότι ο όρος «ιδεολογία» κατέχει μια πολύ σημαντική θέση τόσο στο καθημερινό λεξιλόγιο όσο και στην ορολογία των κοινωνικών επιστημών, η καταστατική μας θέση στην εργασία αυτή θα είναι ότι ο όρος αυτός διέρχεται μια βαθιά κρίση προσδιορισμού και ταυτότητας. Θεωρούμε λοιπόν ότι ένα από τα βασικά ζητήματα που θα πρέπει να αντιμετωπίσει μια σοβαρή προσπάθεια ανασυγκρότησης της επιστημολογίας του κοινωνικού και του πολιτικού είναι το θέμα της ιδεολογίας σε όλες τις πιθανές διαπλοκές του με άλλες θεματικές όπως αυτή της γνώσης, της επιστήμης, της εξουσίας κλπ. Η παρούσα εργασία επιχειρεί να ενώσει κάποια από τα νήματα παλαιότερων προβληματισμών και αναγνώσεων, κυρίως της ευρύτερης μαρξιστικής παράδοσης, επάνω στο τεράστιο ζήτημα της ιδεολογίας αλλά, και γενικότερα, των κοινωνικών επικαθορισμών της γνώσης – συμπεριλαμβανόμενης και της ίδιας της κοινωνικής θεωρίας.
Στο άρθρο αυτό θέλουμε να διερευνήσουμε εάν η «στροφή» του Ντεριντά προς τα θέματα του νόμου, του δικαίου, της κρίσης και της δικαιοσύνης υποδηλώνει πραγματικά μια τομή στην σκέψη του ή είναι απλώς μια εξέλιξη θεμάτων και θεματικών που... more
Στο άρθρο αυτό θέλουμε να διερευνήσουμε εάν η «στροφή» του Ντεριντά προς τα θέματα του νόμου, του δικαίου, της κρίσης και της δικαιοσύνης υποδηλώνει πραγματικά μια τομή στην σκέψη του ή είναι απλώς μια εξέλιξη θεμάτων και θεματικών που προϋπήρχαν στο έργο του. Η βασική μας ενασχόληση στην εργασία αυτή είναι η προσπάθεια μιας πρώτης προσέγγισης και διερεύνησης των απόψεων του Ντεριντά για το ζήτημα του νόμου και θέλουμε να θέσουμε τους βασικούς όρους της συζήτησης μέσα από μια ανάγνωση των σχετικών κειμένων, χωρίς όμως να φιλοδοξούμε να αντιμετωπίσουμε ούτε όλα τα ζητήματα που τίθενται σ αυτά αλλά ούτε και τις τεράστιες φιλοσοφικές αναφορές και προεκτάσεις των κειμένων αυτών.
The aim of this thesis is to examine critically the concept of the everyday and everydayness in the light of modern phenomenologically-influenced philosophy. Although a lot of work has been done concerning this topic by the sociology of... more
The aim of this thesis is to examine critically the concept of the everyday and everydayness in the light of modern phenomenologically-influenced philosophy. Although a lot of work has been done concerning this topic by the sociology of everyday life, our aim is to thematize the everyday in order to understand its underlying philosophical themes and questions. We examine textually some key works by Edmund Husserl and Martin Heidegger which will provide us with an access to the thematics of the everyday. Following this, we discuss the most important themes underlying the question of the everyday, namely, time, language and the self, always in reference to the writings of Husserl, Heidegger and Jacques Derrida. We examine critically the claim that the everyday is fundamentally defined as a mode of temporality - the present in its repetition - and as a state of discourse - everyday language or common sense; we also examine the self and its relations to the Other as the basis of the intersubjective nature of everydayness. In the last chapter we try to present a coherent picture of what a thematization of the concept of the everyday might involve. The everyday can be described - but never absolutely defined - as obvious, pre-given, unthematic, average etc. and is determined by a cluster of metaphysical themes (time, language, the self etc.) as the most basic state of existence. Our fundamental claim is that a certain reading of the concept of the everyday can question these transcendental, philosophical categories and that the everyday has to be thought, following Derrida, as a non-identical repetition of the same, that is, as a trace.
Στην εργασία αυτή θέλουμε να αναλύσουμε κάποιες από τις πλευρές της σύνθετης σχέσης μεταξύ του λόγου των κοινωνικών επιστημών και της ιδεολογίας και προσπαθούμε να επαναθέσουμε το παλαιό ερώτημα της ιδεολογικής θεμελίωσης της κοινωνικής... more
Στην εργασία αυτή θέλουμε να αναλύσουμε κάποιες από τις πλευρές της σύνθετης σχέσης μεταξύ του λόγου των κοινωνικών επιστημών και της ιδεολογίας και προσπαθούμε να επαναθέσουμε το παλαιό ερώτημα της ιδεολογικής θεμελίωσης της κοινωνικής επιστήμης, των βασικών ιδεολογικών προϋποθέσεων, όρων και συνεπειών της και των ιδεολογικών πλαισίων κάθε κοινωνικής ανάλυσης, στο βαθμό που ο κοινωνικοεπιστημονικός λόγος σήμερα βρίθει ιδεολογικών παραδοχών και συνεπειών, με κυρίαρχο το θετικιστικο-εμπειριστικό υπόδειγμα, και ταυτόχρονα επιτελεί σημαντικές ιδεολογικές λειτουργίες στο κοινωνικο-πολιτικό πεδίο.
Η εργασία αυτή διευρευνά τους όρους και τη στοχοθεσία της κοινωνικής επιστήμης σε σχέση με την κοινωνική κρίση και στην εποχή της κρίσης – ωστόσο το ερώτημα των στοχεύσεων της κοινωνικής επιστήμης είναι διαχρονικό και οπωσδήποτε δεν... more
Η εργασία αυτή διευρευνά τους όρους και τη στοχοθεσία της κοινωνικής επιστήμης σε σχέση με την κοινωνική κρίση και στην εποχή της κρίσης  – ωστόσο το ερώτημα των στοχεύσεων της κοινωνικής επιστήμης είναι διαχρονικό και οπωσδήποτε δεν μπορεί να θεωρηθεί επιλυμένο - αλλά ούτε και θα επιλυθεί ποτέ τελεσίδικα. Η έννοια της κρίσης θα θεωρηθεί εδώ με τη γενική έννοια ως ο ιστορικός κλονισμός των βεβαιοτήτων και των σταθερών σημείων αναφοράς που διέπουν ένα κοινωνικο – ιστορικό σύστημα και μέσω απρόβλεπτων εξελίξεων αμφισβητούν τη συνέχεια και την συνοχή του. Άρα το ερώτημα που σκοπεύουμε να θέσουμε αφορά  την ίδια την κρίση της κοινωνικής επιστήμης σε με μια κοινωνία που βρίσκεται ήδη σε κρίση αλλά και το ερώτημα του αν και πως πρέπει να εκφέρει κρίσεις (δηλαδή να κρίνει)  η κοινωνική επιστήμη – και πως αυτό διαμορφώνει και επηρεάζει τις λειτουργίες, τους ρόλους και τις στοχοθεσίες της κοινωνικής έρευνας αλλά και πως αυτή ανταποκρίνεται και παρεμβαίνει στην κρίση.