Books by Eleni Leontsini
Bloomsbury, 2020
This compelling and distinctive volume advances Aristotelianism by bringing its traditional virtu... more This compelling and distinctive volume advances Aristotelianism by bringing its traditional virtue ethics to bear upon characteristically modern issues, such as the politics of economic power and egalitarian dispute.
This volume bridges the gap between Aristotle's philosophy and the multitude of contemporary Aristotelian theories that have been formulated in the twentieth and twenty-first centuries. Part I draws on Aristotle's texts and Thomas Aquinas' Aristotelianism to examine the Aristotelian tradition of virtues, with a chapter by Alasdair MacIntyre contextualising the different readings of Aristotle's philosophy. Part II offers a critical engagement with MacIntyrean Aristotelianism, while Part III demonstrates the ongoing influence of Aristotelianism in contemporary theoretical debates on governance and politics.
Extensive in its historical scope, this is a valuable collection relating the tradition of virtue to modernity, which will be of interest to all working in virtue ethics and contemporary Aristotelian politics.
Bookmarks Related papers MentionsView impact
National and Kapodistrian University of Athens, Saripolos Library: Athens, 2007
In the last twenty years or so a key issue in political philosophy has been the debate between so... more In the last twenty years or so a key issue in political philosophy has been the debate between so-called communitarian philosophers such as MacIntyre, Sandel, Walzer and Taylor, and those who support forms of liberal individualism such as that found in Rawls’s Theory of Justice. In this debate reference has quite often been made to Aristotle. This is particularly so in the case of MacIntyre who is frequently seen as presenting a neo-Aristotelian view. But writers from the liberal-individualist camp, such as Miller, have also invoked Aristotle’s authority. The purpose of this thesis is to examine the appropriation of Aristotle in this debate. I analyse six key concepts: community, teleology, happiness, justice, friendship and liberty. These concepts play a leading role in both communitarian and liberal political philosophy but they are of course also central to Aristotle’s account. In choosing these concepts I do not mean to suggest that there are not other issues which are also important, but these are both characteristic of Aristotle’s thought and of obvious relevance to the liberal-communitarian debate.
I argue that neither the communitarian nor the liberal appropriations do justice to Aristotle’s political theory. Both seem to attribute their own aspirations to the Aristotelian text and to rely on Aristotle’s authority in order to substantiate their arguments. I conclude that Aristotle’s political theory, when carefully examined within the debate, comes out as neither liberal nor communitarian. Aristotelian political philosophy is consistent neither with a liberal-individualist nor with a communitarian view that gives such a prominent role to the concept of community. Neither of the two parties to the debate therefore seems entitled to cite Aristotle in support of their position.
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Το βιβλίο καθώς και το αντίστοιχο βιβλίο του εκπαιδευτικού συντάχθηκε με βάση το Διαθεματικό Ενια... more Το βιβλίο καθώς και το αντίστοιχο βιβλίο του εκπαιδευτικού συντάχθηκε με βάση το Διαθεματικό Ενιαίο Πλαίσιο Προγραμμάτων Σπουδών (Δ.Ε.Π.Π.Σ.) και το Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών (ΑΠΣ) σύμφωνα με το Αναλυτικό Πρόγραμμα Σπουδών της Υποχρεωτικής Εκπαίδευσης (ΑΠΕ) και εντάσσεται στο πρόγραμμα «Αναμόρφωσης των προγραμμάτων σπουδών και τη συγγραφή νέων εκπαιδευτικών πακέτων του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου». Με βάση τις Προδιαγραφές Συγγραφής των Σχολικών Βιβλίων στο βιβλίο αυτό έχουν συγκεντρωθεί και σχολιαστεί φιλοσοφικά κείμενα της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, γραμμένα σε ποιητικό ή πεζό λόγο που έχουν πολιτική, ηθική και κοινωνική προβληματική και εντάσσονται στο πλαίσιο της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γραμματείας μέσω φιλοσοφικών κειμένων. Μέσα από τα επιλεγμένα κείμενα, τα οποία έχουν θεματική συνάφεια και διαχρονικό και επίκαιρο χαρακτήρα, παρακολουθούμε την ανάπτυξη του φιλοσοφικού στοχασμού, όπως αυτός εξελίχθηκε στη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου από τον 6ο π.Χ. αι. μέχρι και τον 6ο μ.Χ. αι., στην περίοδο δηλαδή της ανάπτυξης της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, από τους Προσωκρατικούς φιλοσόφους μέχρι και τον Πλωτίνο.
Το βιβλίο απαρτίζεται από την «Εισαγωγή», η οποία είναι αφιερωμένη στην έννοια, τον ορισμό και τη σημασία της φιλοσοφίας, στην ιστορική εξέλιξή της από την αρχαϊκή εποχή μέχρι την ύστερη αρχαιότητα, και στη διαίρεσή της. Σε πέντε κεφάλαια περιέχει ανθολογημένα κείμενα (Προσωκρατικοί, Σοφιστές, Σωκράτης, Πλάτων, Αριστοτέλης, Επίκουρος, Κυνικοί, Στωικοί, Σκεπτικοί, Νεοπλατωνικοί) σε 25 διδακτικές ενότητες. Στις ενότητες αυτές, που ακολουθούν την ιστορία της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, ανθολογούνται κείμενα που περιέχουν τις αντιλήψεις των φιλοσόφων της αρχαιότητας για προβλήματα που σχετίζονται με τον θεό, τον κόσμο και τον άνθρωπο, κυρίως όμως κείμενα που αναδεικνύουν τον ηθικό, πολιτικό και κοινωνικό στοχασμό τους. Οι θεματικοί άξονες είναι σχετικοί με τις έννοιες μύθος-λόγος, φύση-νόμος, γνώση-πραγματικότητα, γλώσσα και ρητορική, πολιτική και πολιτεία, έθιμα και κοινωνικές συμβάσεις, αρετές και ευδαιμονία, εκπαίδευση και αγωγή. Το βιβλίο παρακολουθεί επίσης τις επιλογές τρόπου ζωής, θέασης του κόσμου και διδασκαλίας, που αυτοί οι φιλόσοφοι επιλέγουν. Διαιρείται σε πέντε κεφάλαια, από τα οποία τα δύο πρώτα περιέχουν τέσσερις ενότητες, τα επόμενα δύο πέντε ενότητες και το τελευταίο έξη ενότητες. Κάθε κεφάλαιο συγκροτείται από ένα γενικό προ-οργανωτή, την εισαγωγή, και τις επιμέρους ενότητες. Σε κάθε ενότητα υπάρχει το μεταφρασμένο κείμενο, στο οποίο προτάσσεται προ-οργανωτής, που παρουσιάζει εν συντομία τους θεματικούς άξονες του κειμένου που έχει επιλεγεί, και το οποίο συμπληρώνεται με τα σχόλια, τα παράλληλα κείμενα και τις ερωτήσεις–εργασίες–δραστηριότητες. Το κάθε κεφάλαιο ολοκληρώνεται με την ανακεφαλαίωση. Ουσιαστικό μέρος του βιβλίου είναι το εικονογραφικό υλικό, το οποίο έχει συνάφεια με το κείμενο και τη εποχή στη οποία γράφτηκε, ή προεκτάσεις σε άλλες εποχές αλλά και στο σήμερα, και συμπληρώνεται με το γλωσσάριο, καθώς και με τον συγχρονικό πίνακα, τους χάρτες και τα εργο-βιογραφικά σημειώματα. Στόχος του βιβλίου είναι η κατάκτηση της ύλης μέσω της λογικής της εξέτασης, της συζήτησης και της σύνδεσης με τη σημερινή πραγματικότητα και τα προβλήματα της σύγχρονης φιλοσοφίας. Επιδιώκει συγχρόνως όχι μόνο γνώση του φιλοσοφικού λόγου αλλά και την κριτική ανταπόκριση των μαθητών στα φιλοσοφικά ζητήματα που θέτουν τα επιλεγμένα κείμενα.
Το βιβλίο έχει γραφεί σύμφωνα με τις οδηγίες, τις γενικές και ειδικές προδιαγραφές και τα κριτήρια αξιολόγησης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (Φ.Ε.Κ. τεύχος Β΄ αρ. φύλλου 304/13-03-03, Μάιος 2003) και ανατέθηκε στη συγγραφική ομάδα (Καθηγ. Αθανασία Γλυκοφρύδη-Λεοντσίνη, Δρα Χριστίνα Σακελλίου και Δρα Ελένη Λεοντσίνη) ύστερα από διαγωνισμό που διεξήχθη το καλοκαίρι του 2003. Το βιβλίο του μαθητή έχει κριθεί θετικά για την παιδαγωγική και διδακτική του καταλληλότητα καθώς και την επιστημονική του επάρκεια και πρωτοτυπία.
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Στο βιβλίο αυτό που προορίζεται για τον εκπαιδευτικό εκτίθεται αρχικά η σκοποθεσία του Ανθολογίου... more Στο βιβλίο αυτό που προορίζεται για τον εκπαιδευτικό εκτίθεται αρχικά η σκοποθεσία του Ανθολογίου, διατυπώνονται γενικές διδακτικές επισημάνσεις, επεξηγούνται και αιτιολογούνται οι επιλογές του περιεχομένου του βιβλίου για τον μαθητή και προβάλλεται η μέθοδος διδασκαλίας η οποία συντελεί με την ανάλυση στην κατανόηση του κάθε κειμένου από τον μαθητή και με τη σύνθεση στην προέκταση και εφαρμογή της γνώσης. Ακολουθώντας τη δομή του βιβλίου του μαθητή, στο βιβλίο αυτό δίδονται αρχικά οι διδακτικοί στόχοι, που υποστηρίζονται με σχόλια είτε παραθέματα ή απόψεις μελετητών και, στη συνέχεια, προτείνονται συγκροτημένες εναλλακτικές διδακτικές προσεγγίσεις και προτάσεις αξιολόγησης. Στο τέλος της κάθε ενότητας δίδεται ενδεικτική βιβλιογραφία που αναφέρεται στις πηγές και σχετικές με την ύλη μελέτες. Το βιβλίο του εκπαιδευτικού έχει κριθεί στο σύνολό του θετικά για την παιδαγωγική και διδακτική του καταλληλότητα.
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Σμίλη: Αθήνα, 2016
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Papers by Eleni Leontsini
Res Publica, Dec 19, 2012
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Studia Philosophica Wratislaviensia, 2019
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Κ. Ράντης (επιμ.), Η κοινωνική και πολιτική φιλοσοφία σήμερα. Αφιέρωμα στον Ομότιμο Καθηγητή Φιλοσοφίας Παναγιώτη Νούτσο, 2022
Bookmarks Related papers MentionsView impact
This paper aims to reevaluate Aristotelian political theory from an egalitarian perspective and t... more This paper aims to reevaluate Aristotelian political theory from an egalitarian perspective and to pinpoint its legacy and relevance to contemporary political theory, demonstrating its importance for contemporary liberal democracies in a changing world, suggesting a new critique of liberal and neoliberal political theory and practice, and especially the improvement of our notion of the modern liberal-democratic state, since most contemporary representative liberal democracies fail to take into account the public interest of the many and do very little in order to advance it. Therefore, my main aim in this paper is to reveal those aspects of Aristotelian political philosophy that, according to my opinion, have not been discussed, neither sufficiently nor extensively, in relation to Aristotle’s notion of ‘public’ or ‘common’ interest (τὸ κοινῇ συμφέρον/to koinē sympheron), a notion that is, as I will argue, prominent throughout his Politics but also in his Nicomachean and Eudemian Ethics. In particular, my aim is to present both an exegesis and a critical analysis of the Aristotelian pronouncements and arguments on polity, the non-deviant form of democracy (πολιτεία/politeia), political justice (δικαιοσύνη, ἁπλῶς ἤ πολιτικὸν δίκαιον/dikaiosunē, aplōs or politikon dikaion), equality (ἰσότης/isotēs) and civic friendship (πολιτικὴν φιλία/politikē philia) and I will explore on the connection of these concepts with that of the public interest (to koinē symferon), aiming to show how these are crucial for the promotion of the public interest in the state (πόλις/polis). In addition, the connection made by Aristotle between ‘polity’ or ‘constitutional government’ (πολιτεία) , justice and friendship as well as the connection made by him with the notions of freedom (ἐλευθερία/eleutheria) and equality (ἰσότης/isotēs), as well as with the good of concord (ὁμόνοια/homonoia) needs to be seriously analyzed and examined.
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Should moral criteria play any role in assessing pieces of art? In which way are ethical issues i... more Should moral criteria play any role in assessing pieces of art? In which way are ethical issues inscribed in literary works of art? Are there any ethical values in literature? Whether it is possible to be taught by art has been a question that has troubled philosophers since the time of Plato. In a way, one could argue that aesthetics, as a branch of value theory, began with Aristotle’s defense of the cognitive value of tragedy in response to Plato’s famous attack on the arts in the Republic. Cognitivist accounts of aesthetic experience have been central to the field ever since, although in the eighteenth century, it has been pointed out that aesthetic experience is important due to its emotional impact, precisely the opposite of what Plato criticized. Although one cannot 172 doubt the fact that art can have a strong emotional effect on us, the question is whether it is possible for art to influence us in such a way as to contribute to our self-development and to our understanding o...
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Andrius Bielskis, Eleni Leontsini & Kelvin Knight (eds), Virtue Ethics and Contemporary Aristotelianism: Modernity, Conflict and Politics, Bloomsbury, London, UK, 2020
Living in the company of others (suzēn) is an important Aristotelian political notion which is pr... more Living in the company of others (suzēn) is an important Aristotelian political notion which is prominent in both his moral and political theory, since, as Aristotle points out, ‘suzēn is the result, the ergon of philia, since philia is the pursuit of a common social life’ (Pol. ΙΙΙ.9.1280b38-40). In fact, one could argue that ‘living together’ (suzēn) is in the core of Aristotelian political theory, especially in Politics, Bk. I. but also throughout the Politics, as well as in the Nicomachean and Eudemian Ethics, and in the Magna Moralia, where the importance of suzēn for political life is clearly demonstrated, i.e. the importance of living in the company of others. The polis is an association for the sake of the most sovereign good and the polis comes into being for the sake of life (ζῇν/zēn) but exists for the sake of the good life (eὖ ζῇν/eū zēn). This implies that the citizens must share a common conception of the good. The polis is natural in the sense that only by living together within the polis can human beings achieve their true good (agathon), since the point which is made here is that only those fortunate enough to live together (suzēn) in a polis have a chance of a truly good life. In addition, ‘living together’ is also associated with the public interest (τὸ κοινῇ συμφέρον/to koinē sumpheron) of all the citizens towards which all non-deviant constitutions should aim at, ‘since people formulate partnerships (συμπορεύονται/sumboreuontai) with a view to some particular interest (sumpheron), and to provide anything that they need for the purposes of life; and it is for the sake of the public interest that the political community too seems both to have come together originally and to endure, for this is what legislators aim at, and they call just that which is to the public interest’ (NE.VIII.9.1160a11-14). Justice is indeed closely connected to suzēn, since ‘the laws in their enactments on all subjects aim in their enactments at the public interest (τοῦ κοινῇ συμφέροντος) either of all or of the best or of those who hold power, or something of the sort; so that on one sense we can call those acts just that tend to produce and preserve eudaimonia and its components for the political society’ (NE.V.I.9.1129b15-19). But, the notion of suzēn that I am concerned with in this paper is that which has to do with suzēn in relation to personal philia, i.e. whether suzēn (spending time together) is a necessary condition for friendship. According to my argument, ‘going through time together’ therefore is not an essential element of Aristotle’s general definition of friendship and that the ‘criterion of time’ should not be taken literally as ‘living together’ in a continuous and uninterrupted way, but that it should be understood in a much broader sense if Aristotle’s account of philia is to have any standing at all.
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Γ. Βλαχάκης (επιμ.), Ιχνεύσεις στην ιστορία και τη φιλοσοφία της επιστήμης. Αφιερωμένο στον Γιάννη Καρά, Ένωση Ελλήνων Φυσικών, τόμ. Β΄, Αθήνα 2019., 2019
Bookmarks Related papers MentionsView impact
My aim in this paper is to attempt a philosophical reading of M. Karagatsis’ novel Kitrinos Fakel... more My aim in this paper is to attempt a philosophical reading of M. Karagatsis’ novel Kitrinos Fakelos (1956), focusing my analysis on the passions and the emotions of its fictional characters, aiming at demonstrating their independence as well as the presentation of their psychography in Karagatsis novel where the description of the emotions caused by love is a dominant feature. In particular, I will examine the expression of desire, love (eros) and sympathy in this novel - passions and emotions that play an important role to moral life and human existence in general. I will be approaching these issues from the point of view of moral philosophy, analyzing the passions and the emotions expressed by the fictional characters in Kitrinos Fakelos, and in particular of the fictional character of Manos Tasakos. At the same time, I will attempt to show the philosophical influences that M. Karagatsis has received in his literary work, and especially in his novel Kitrinos Fakelos, by the philo...
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Κερκυραϊκά Χρονικά (2005), περ. Β΄, τόμ. Β΄ (Αφιέρωμα στον Πέτρο Βράιλα-Αρμένη), σσ. 273-277., 2005
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Philosophy of Justice, 2014
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Res Publica, 2013
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Res Publica, Feb 1, 2012
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Ηλίας Τουμασάτος & Γεώργιος Μοσχόπουλος (επιμ.), Πρακτικά των Εργασιών του IA΄ Διεθνούς Πανιονίου Συνεδρίου (Κεφαλονιά, 21-25 Μαΐου 2018), τόμ. IV: Φιλολογία, Φιλοσοφία, Γλωσσολογία, Λαογραφία, Εταιρεία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών, Αργοστόλι, 2019
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Κεφαλληνιακά Χρονικά, 2019
Η πολιτική δράση του Πέτρου Βράιλα-Αρμένη στο Ιόνιο Κράτος, που, μετά από τις κινητοποιήσεις του ... more Η πολιτική δράση του Πέτρου Βράιλα-Αρμένη στο Ιόνιο Κράτος, που, μετά από τις κινητοποιήσεις του 1848, βρισκόταν υπό καθεστώς «συνταγματικής ελευθερίας», την οποία αναγκάστηκε να παραχωρήσει η «Βρετανική Προστασία», ήταν φυσικό να τον ωθήσει να ασχοληθεί στο φιλοσοφικό του έργο με την έννοια της πολιτικής ελευθερίας, η οποία προσδιορίζει τα όρια της επέμβασης της κρατικής εξουσίας στον πολίτη και επιτρέπει τη διατήρηση της αυτεξουσιότητάς του. Είναι κυρίως στον προσδιορισμό της έννοιας της πολιτικής ελευθερίας, όπως αυτή διατυπώνεται στο σύνολο του φιλοσοφικού του έργου, όπου είναι δυνατόν να εντοπιστούν τα στοιχεία της φιλελεύθερης θεωρίας που αυτός υιοθετεί, η κριτική του στον «κοινωνισμό», αλλά και τα στοιχεία του «κοινωνισμού» που τελικώς αυτός φαίνεται πως ενστερνίζεται και ενσωματώνει στον στοχασμό του σε συνδυασμό με την πρόσληψη της αριστοτελικής πολιτικής φυσιοκρατίας καθώς και με την αριστοτελική έννοια της πολιτικής φιλίας στοχεύουσα προς το τὸ κοινῇ συμφέρον.
Ο Βράϊλας παρουσιάζει, σε αρκετά σημεία, στο κείμενό του ποικίλα επιχειρήματα εναντίον του πολιτισμού των αρχαίων, κατά παρόμοιο τρόπο όπως και ο Constant στο δοκίμιό του. Τα επιχειρήματα αυτά εναντίον του πολιτισμού των αρχαίων εκ μέρους του Βράιλα δεν είναι πάντοτε, ιστορικώς τουλάχιστον, έγκυρα και δεν υποστηρίζονται από τις αρχαίες πηγές και τα κλασικά κείμενα της αρχαίας ελληνικής και της ρωμαϊκής γραμματείας. Ωστόσο, χρειάζεται να σημειωθεί ότι η αρνητική αυτή κριτική προς τον αρχαίο πολιτισμό εντάσσεται, στην περίπτωση του Constant τουλάχιστον, στο πλαίσιο της αντίδρασής του προς τα ρωμαϊκά ρεπουμπλικανικά μοντέλα που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη Γαλλική Επανάσταση καθώς και στις ιδέες του J.-J. Rousseau τις οποίες θεωρούσε εμμέσως υπεύθυνες για την περίοδο της γαλλικής Τρομοκρατίας, αφού όλοι τότε, όπως υποστηρίζει, κατά το πρότυπο της αρχαίας ελευθερίας θεώρησαν ότι είναι ικανοί να έχουν μερίδιο στην άσκηση της πολιτικής εξουσίας. Κατά τη γνώμη μου, η κριτική του Πέτρου Βράϊλα-Αρμένη προς τους αρχαίους οφείλεται, κατά αντίστοιχο τρόπο, στην αντίδρασή του προς τη θεωρία του κοινωνισμού και ειδικότερα προς τους Επτανήσιους κοινωνιστές και ριζοσπάστες, οι οποίοι και αυτοί ζητούσαν συμμετοχή όλων των πολιτών στη διοίκηση κατά το πρότυπο των αρχαίων. H απέχθεια του Βράιλα προς τις βίαιες και επαναστατικές λύσεις και τάσεις απονομής ισότητας και δικαιοσύνης εκφράζονται με κριτική στον κοινωνισμό που επιχείρησε λίγα χρόνια μετά την επανάσταση του 1848, όταν στην μακροσκελή «Εἰσαγωγή εἰς τὰς Φιλοσοφικὰς Μελέτας» (1864) τόνιζε, με αρκετή νηφαλιότητα, πως η δικαιοσύνη και η δύναμη του νόμου είναι αναγκαία προϋπόθεση για την επικράτηση της ευημερίας και την αποφυγή της «στάσεως καὶ ἀταξίας» που φέρνει την κοινωνική οπισθοδρόμηση». Επιπλέον, περιέργως, παρόλη την επίδραση που το έργο του Rousseau έχει ασκήσει στον νεοελληνικό στοχασμό, δεν υπάρχει καμία άμεση αναφορά από τον Βράιλα στον Rousseau, «τα εγγόνια» του οποίου αποτελούν οι σοσιαλιστές κατά τη ρήση του γάλλου οικονομολόγου Bastiat, ενώ υπάρχουν αρκετές στους Locke, J.S. Mill, Montesqieu, Cousin, Thiers, και Say. Άλλωστε, η πρώτη ελληνική απόδοση του όρου «socialisme» οφείλεται στον Επτανήσιο «σαινσιμονιστή» Φραγκίσκο Πυλαρινό που νεκρολογώντας τον Κοραή (1833) συνόψισε τη «φιλοσοφική αποστολή» του 19ου αιώνα στο τρίπτυχο: «ἐλευθερία, ἰσότης, κοινωνισμός». Ο Βράϊλας ενστερνίζεται τις ιδέες του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού στο φιλοσοφικό έργο του και υιοθετεί τις αρχές του ήπιου βρετανικού φιλελεύθερου κοινοβουλευτισμού στον πολιτικό βίο του και προκρίνει τον «νέο πολιτισμό» έναντι του «αρχαίου», προσπαθώντας βέβαια, όσο αυτό είναι δυνατόν, να μην αδικήσει τον δεύτερο. Χωρίς να αρνείται τη χριστιανική θρησκευτική παράδοση, συνδυάζει το ρομαντισμό με την καντιανή ηθική θεωρία και την αυτεξουσιότητα και τη αυτονομία του ηθικού προσώπου που αυτή συνεπάγεται, δημιουργώντας έτσι μία ιδιόμορφη αξιοσημείωτη ηθική θεωρία, η οποία ενστερνίζεται τις αρχές του φιλελευθερισμού αλλά συγχρόνως και μία μορφή «ήπιου πατριωτισμού», υπό την έννοια ότι δεν αρνείται την ελληνοχριστιανική παράδοση ούτε την κληρονομιά του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού ούτε βέβαια και τα αιτήματα των Επτανησίων για Ένωση με το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, χωρίς όμως να «τολμά» να υποστηρίξει το δικαίωμα της καθολικής ψήφου ή τη δημοκρατική αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, υποστηρίζοντας πως «κυρίαρχος δὲν εἶναι ἡ θέλησις τοῦ λαού, ἀλλ’ ὁ κοινωνικὸς λόγος, διότι ἐκ τοῦ λόγου τὸ δίκαιον, καὶ ὁ πολιτικὸς λόγος εἶναι ἡ ἀνωτέρα ἒκφρασις τοῦ κοινωνικοῦ».
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Phainomena, 2018
Bookmarks Related papers MentionsView impact
Uploads
Books by Eleni Leontsini
This volume bridges the gap between Aristotle's philosophy and the multitude of contemporary Aristotelian theories that have been formulated in the twentieth and twenty-first centuries. Part I draws on Aristotle's texts and Thomas Aquinas' Aristotelianism to examine the Aristotelian tradition of virtues, with a chapter by Alasdair MacIntyre contextualising the different readings of Aristotle's philosophy. Part II offers a critical engagement with MacIntyrean Aristotelianism, while Part III demonstrates the ongoing influence of Aristotelianism in contemporary theoretical debates on governance and politics.
Extensive in its historical scope, this is a valuable collection relating the tradition of virtue to modernity, which will be of interest to all working in virtue ethics and contemporary Aristotelian politics.
I argue that neither the communitarian nor the liberal appropriations do justice to Aristotle’s political theory. Both seem to attribute their own aspirations to the Aristotelian text and to rely on Aristotle’s authority in order to substantiate their arguments. I conclude that Aristotle’s political theory, when carefully examined within the debate, comes out as neither liberal nor communitarian. Aristotelian political philosophy is consistent neither with a liberal-individualist nor with a communitarian view that gives such a prominent role to the concept of community. Neither of the two parties to the debate therefore seems entitled to cite Aristotle in support of their position.
Το βιβλίο απαρτίζεται από την «Εισαγωγή», η οποία είναι αφιερωμένη στην έννοια, τον ορισμό και τη σημασία της φιλοσοφίας, στην ιστορική εξέλιξή της από την αρχαϊκή εποχή μέχρι την ύστερη αρχαιότητα, και στη διαίρεσή της. Σε πέντε κεφάλαια περιέχει ανθολογημένα κείμενα (Προσωκρατικοί, Σοφιστές, Σωκράτης, Πλάτων, Αριστοτέλης, Επίκουρος, Κυνικοί, Στωικοί, Σκεπτικοί, Νεοπλατωνικοί) σε 25 διδακτικές ενότητες. Στις ενότητες αυτές, που ακολουθούν την ιστορία της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, ανθολογούνται κείμενα που περιέχουν τις αντιλήψεις των φιλοσόφων της αρχαιότητας για προβλήματα που σχετίζονται με τον θεό, τον κόσμο και τον άνθρωπο, κυρίως όμως κείμενα που αναδεικνύουν τον ηθικό, πολιτικό και κοινωνικό στοχασμό τους. Οι θεματικοί άξονες είναι σχετικοί με τις έννοιες μύθος-λόγος, φύση-νόμος, γνώση-πραγματικότητα, γλώσσα και ρητορική, πολιτική και πολιτεία, έθιμα και κοινωνικές συμβάσεις, αρετές και ευδαιμονία, εκπαίδευση και αγωγή. Το βιβλίο παρακολουθεί επίσης τις επιλογές τρόπου ζωής, θέασης του κόσμου και διδασκαλίας, που αυτοί οι φιλόσοφοι επιλέγουν. Διαιρείται σε πέντε κεφάλαια, από τα οποία τα δύο πρώτα περιέχουν τέσσερις ενότητες, τα επόμενα δύο πέντε ενότητες και το τελευταίο έξη ενότητες. Κάθε κεφάλαιο συγκροτείται από ένα γενικό προ-οργανωτή, την εισαγωγή, και τις επιμέρους ενότητες. Σε κάθε ενότητα υπάρχει το μεταφρασμένο κείμενο, στο οποίο προτάσσεται προ-οργανωτής, που παρουσιάζει εν συντομία τους θεματικούς άξονες του κειμένου που έχει επιλεγεί, και το οποίο συμπληρώνεται με τα σχόλια, τα παράλληλα κείμενα και τις ερωτήσεις–εργασίες–δραστηριότητες. Το κάθε κεφάλαιο ολοκληρώνεται με την ανακεφαλαίωση. Ουσιαστικό μέρος του βιβλίου είναι το εικονογραφικό υλικό, το οποίο έχει συνάφεια με το κείμενο και τη εποχή στη οποία γράφτηκε, ή προεκτάσεις σε άλλες εποχές αλλά και στο σήμερα, και συμπληρώνεται με το γλωσσάριο, καθώς και με τον συγχρονικό πίνακα, τους χάρτες και τα εργο-βιογραφικά σημειώματα. Στόχος του βιβλίου είναι η κατάκτηση της ύλης μέσω της λογικής της εξέτασης, της συζήτησης και της σύνδεσης με τη σημερινή πραγματικότητα και τα προβλήματα της σύγχρονης φιλοσοφίας. Επιδιώκει συγχρόνως όχι μόνο γνώση του φιλοσοφικού λόγου αλλά και την κριτική ανταπόκριση των μαθητών στα φιλοσοφικά ζητήματα που θέτουν τα επιλεγμένα κείμενα.
Το βιβλίο έχει γραφεί σύμφωνα με τις οδηγίες, τις γενικές και ειδικές προδιαγραφές και τα κριτήρια αξιολόγησης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (Φ.Ε.Κ. τεύχος Β΄ αρ. φύλλου 304/13-03-03, Μάιος 2003) και ανατέθηκε στη συγγραφική ομάδα (Καθηγ. Αθανασία Γλυκοφρύδη-Λεοντσίνη, Δρα Χριστίνα Σακελλίου και Δρα Ελένη Λεοντσίνη) ύστερα από διαγωνισμό που διεξήχθη το καλοκαίρι του 2003. Το βιβλίο του μαθητή έχει κριθεί θετικά για την παιδαγωγική και διδακτική του καταλληλότητα καθώς και την επιστημονική του επάρκεια και πρωτοτυπία.
Papers by Eleni Leontsini
Ο Βράϊλας παρουσιάζει, σε αρκετά σημεία, στο κείμενό του ποικίλα επιχειρήματα εναντίον του πολιτισμού των αρχαίων, κατά παρόμοιο τρόπο όπως και ο Constant στο δοκίμιό του. Τα επιχειρήματα αυτά εναντίον του πολιτισμού των αρχαίων εκ μέρους του Βράιλα δεν είναι πάντοτε, ιστορικώς τουλάχιστον, έγκυρα και δεν υποστηρίζονται από τις αρχαίες πηγές και τα κλασικά κείμενα της αρχαίας ελληνικής και της ρωμαϊκής γραμματείας. Ωστόσο, χρειάζεται να σημειωθεί ότι η αρνητική αυτή κριτική προς τον αρχαίο πολιτισμό εντάσσεται, στην περίπτωση του Constant τουλάχιστον, στο πλαίσιο της αντίδρασής του προς τα ρωμαϊκά ρεπουμπλικανικά μοντέλα που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη Γαλλική Επανάσταση καθώς και στις ιδέες του J.-J. Rousseau τις οποίες θεωρούσε εμμέσως υπεύθυνες για την περίοδο της γαλλικής Τρομοκρατίας, αφού όλοι τότε, όπως υποστηρίζει, κατά το πρότυπο της αρχαίας ελευθερίας θεώρησαν ότι είναι ικανοί να έχουν μερίδιο στην άσκηση της πολιτικής εξουσίας. Κατά τη γνώμη μου, η κριτική του Πέτρου Βράϊλα-Αρμένη προς τους αρχαίους οφείλεται, κατά αντίστοιχο τρόπο, στην αντίδρασή του προς τη θεωρία του κοινωνισμού και ειδικότερα προς τους Επτανήσιους κοινωνιστές και ριζοσπάστες, οι οποίοι και αυτοί ζητούσαν συμμετοχή όλων των πολιτών στη διοίκηση κατά το πρότυπο των αρχαίων. H απέχθεια του Βράιλα προς τις βίαιες και επαναστατικές λύσεις και τάσεις απονομής ισότητας και δικαιοσύνης εκφράζονται με κριτική στον κοινωνισμό που επιχείρησε λίγα χρόνια μετά την επανάσταση του 1848, όταν στην μακροσκελή «Εἰσαγωγή εἰς τὰς Φιλοσοφικὰς Μελέτας» (1864) τόνιζε, με αρκετή νηφαλιότητα, πως η δικαιοσύνη και η δύναμη του νόμου είναι αναγκαία προϋπόθεση για την επικράτηση της ευημερίας και την αποφυγή της «στάσεως καὶ ἀταξίας» που φέρνει την κοινωνική οπισθοδρόμηση». Επιπλέον, περιέργως, παρόλη την επίδραση που το έργο του Rousseau έχει ασκήσει στον νεοελληνικό στοχασμό, δεν υπάρχει καμία άμεση αναφορά από τον Βράιλα στον Rousseau, «τα εγγόνια» του οποίου αποτελούν οι σοσιαλιστές κατά τη ρήση του γάλλου οικονομολόγου Bastiat, ενώ υπάρχουν αρκετές στους Locke, J.S. Mill, Montesqieu, Cousin, Thiers, και Say. Άλλωστε, η πρώτη ελληνική απόδοση του όρου «socialisme» οφείλεται στον Επτανήσιο «σαινσιμονιστή» Φραγκίσκο Πυλαρινό που νεκρολογώντας τον Κοραή (1833) συνόψισε τη «φιλοσοφική αποστολή» του 19ου αιώνα στο τρίπτυχο: «ἐλευθερία, ἰσότης, κοινωνισμός». Ο Βράϊλας ενστερνίζεται τις ιδέες του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού στο φιλοσοφικό έργο του και υιοθετεί τις αρχές του ήπιου βρετανικού φιλελεύθερου κοινοβουλευτισμού στον πολιτικό βίο του και προκρίνει τον «νέο πολιτισμό» έναντι του «αρχαίου», προσπαθώντας βέβαια, όσο αυτό είναι δυνατόν, να μην αδικήσει τον δεύτερο. Χωρίς να αρνείται τη χριστιανική θρησκευτική παράδοση, συνδυάζει το ρομαντισμό με την καντιανή ηθική θεωρία και την αυτεξουσιότητα και τη αυτονομία του ηθικού προσώπου που αυτή συνεπάγεται, δημιουργώντας έτσι μία ιδιόμορφη αξιοσημείωτη ηθική θεωρία, η οποία ενστερνίζεται τις αρχές του φιλελευθερισμού αλλά συγχρόνως και μία μορφή «ήπιου πατριωτισμού», υπό την έννοια ότι δεν αρνείται την ελληνοχριστιανική παράδοση ούτε την κληρονομιά του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού ούτε βέβαια και τα αιτήματα των Επτανησίων για Ένωση με το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, χωρίς όμως να «τολμά» να υποστηρίξει το δικαίωμα της καθολικής ψήφου ή τη δημοκρατική αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, υποστηρίζοντας πως «κυρίαρχος δὲν εἶναι ἡ θέλησις τοῦ λαού, ἀλλ’ ὁ κοινωνικὸς λόγος, διότι ἐκ τοῦ λόγου τὸ δίκαιον, καὶ ὁ πολιτικὸς λόγος εἶναι ἡ ἀνωτέρα ἒκφρασις τοῦ κοινωνικοῦ».
This volume bridges the gap between Aristotle's philosophy and the multitude of contemporary Aristotelian theories that have been formulated in the twentieth and twenty-first centuries. Part I draws on Aristotle's texts and Thomas Aquinas' Aristotelianism to examine the Aristotelian tradition of virtues, with a chapter by Alasdair MacIntyre contextualising the different readings of Aristotle's philosophy. Part II offers a critical engagement with MacIntyrean Aristotelianism, while Part III demonstrates the ongoing influence of Aristotelianism in contemporary theoretical debates on governance and politics.
Extensive in its historical scope, this is a valuable collection relating the tradition of virtue to modernity, which will be of interest to all working in virtue ethics and contemporary Aristotelian politics.
I argue that neither the communitarian nor the liberal appropriations do justice to Aristotle’s political theory. Both seem to attribute their own aspirations to the Aristotelian text and to rely on Aristotle’s authority in order to substantiate their arguments. I conclude that Aristotle’s political theory, when carefully examined within the debate, comes out as neither liberal nor communitarian. Aristotelian political philosophy is consistent neither with a liberal-individualist nor with a communitarian view that gives such a prominent role to the concept of community. Neither of the two parties to the debate therefore seems entitled to cite Aristotle in support of their position.
Το βιβλίο απαρτίζεται από την «Εισαγωγή», η οποία είναι αφιερωμένη στην έννοια, τον ορισμό και τη σημασία της φιλοσοφίας, στην ιστορική εξέλιξή της από την αρχαϊκή εποχή μέχρι την ύστερη αρχαιότητα, και στη διαίρεσή της. Σε πέντε κεφάλαια περιέχει ανθολογημένα κείμενα (Προσωκρατικοί, Σοφιστές, Σωκράτης, Πλάτων, Αριστοτέλης, Επίκουρος, Κυνικοί, Στωικοί, Σκεπτικοί, Νεοπλατωνικοί) σε 25 διδακτικές ενότητες. Στις ενότητες αυτές, που ακολουθούν την ιστορία της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας, ανθολογούνται κείμενα που περιέχουν τις αντιλήψεις των φιλοσόφων της αρχαιότητας για προβλήματα που σχετίζονται με τον θεό, τον κόσμο και τον άνθρωπο, κυρίως όμως κείμενα που αναδεικνύουν τον ηθικό, πολιτικό και κοινωνικό στοχασμό τους. Οι θεματικοί άξονες είναι σχετικοί με τις έννοιες μύθος-λόγος, φύση-νόμος, γνώση-πραγματικότητα, γλώσσα και ρητορική, πολιτική και πολιτεία, έθιμα και κοινωνικές συμβάσεις, αρετές και ευδαιμονία, εκπαίδευση και αγωγή. Το βιβλίο παρακολουθεί επίσης τις επιλογές τρόπου ζωής, θέασης του κόσμου και διδασκαλίας, που αυτοί οι φιλόσοφοι επιλέγουν. Διαιρείται σε πέντε κεφάλαια, από τα οποία τα δύο πρώτα περιέχουν τέσσερις ενότητες, τα επόμενα δύο πέντε ενότητες και το τελευταίο έξη ενότητες. Κάθε κεφάλαιο συγκροτείται από ένα γενικό προ-οργανωτή, την εισαγωγή, και τις επιμέρους ενότητες. Σε κάθε ενότητα υπάρχει το μεταφρασμένο κείμενο, στο οποίο προτάσσεται προ-οργανωτής, που παρουσιάζει εν συντομία τους θεματικούς άξονες του κειμένου που έχει επιλεγεί, και το οποίο συμπληρώνεται με τα σχόλια, τα παράλληλα κείμενα και τις ερωτήσεις–εργασίες–δραστηριότητες. Το κάθε κεφάλαιο ολοκληρώνεται με την ανακεφαλαίωση. Ουσιαστικό μέρος του βιβλίου είναι το εικονογραφικό υλικό, το οποίο έχει συνάφεια με το κείμενο και τη εποχή στη οποία γράφτηκε, ή προεκτάσεις σε άλλες εποχές αλλά και στο σήμερα, και συμπληρώνεται με το γλωσσάριο, καθώς και με τον συγχρονικό πίνακα, τους χάρτες και τα εργο-βιογραφικά σημειώματα. Στόχος του βιβλίου είναι η κατάκτηση της ύλης μέσω της λογικής της εξέτασης, της συζήτησης και της σύνδεσης με τη σημερινή πραγματικότητα και τα προβλήματα της σύγχρονης φιλοσοφίας. Επιδιώκει συγχρόνως όχι μόνο γνώση του φιλοσοφικού λόγου αλλά και την κριτική ανταπόκριση των μαθητών στα φιλοσοφικά ζητήματα που θέτουν τα επιλεγμένα κείμενα.
Το βιβλίο έχει γραφεί σύμφωνα με τις οδηγίες, τις γενικές και ειδικές προδιαγραφές και τα κριτήρια αξιολόγησης του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου (Φ.Ε.Κ. τεύχος Β΄ αρ. φύλλου 304/13-03-03, Μάιος 2003) και ανατέθηκε στη συγγραφική ομάδα (Καθηγ. Αθανασία Γλυκοφρύδη-Λεοντσίνη, Δρα Χριστίνα Σακελλίου και Δρα Ελένη Λεοντσίνη) ύστερα από διαγωνισμό που διεξήχθη το καλοκαίρι του 2003. Το βιβλίο του μαθητή έχει κριθεί θετικά για την παιδαγωγική και διδακτική του καταλληλότητα καθώς και την επιστημονική του επάρκεια και πρωτοτυπία.
Ο Βράϊλας παρουσιάζει, σε αρκετά σημεία, στο κείμενό του ποικίλα επιχειρήματα εναντίον του πολιτισμού των αρχαίων, κατά παρόμοιο τρόπο όπως και ο Constant στο δοκίμιό του. Τα επιχειρήματα αυτά εναντίον του πολιτισμού των αρχαίων εκ μέρους του Βράιλα δεν είναι πάντοτε, ιστορικώς τουλάχιστον, έγκυρα και δεν υποστηρίζονται από τις αρχαίες πηγές και τα κλασικά κείμενα της αρχαίας ελληνικής και της ρωμαϊκής γραμματείας. Ωστόσο, χρειάζεται να σημειωθεί ότι η αρνητική αυτή κριτική προς τον αρχαίο πολιτισμό εντάσσεται, στην περίπτωση του Constant τουλάχιστον, στο πλαίσιο της αντίδρασής του προς τα ρωμαϊκά ρεπουμπλικανικά μοντέλα που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη Γαλλική Επανάσταση καθώς και στις ιδέες του J.-J. Rousseau τις οποίες θεωρούσε εμμέσως υπεύθυνες για την περίοδο της γαλλικής Τρομοκρατίας, αφού όλοι τότε, όπως υποστηρίζει, κατά το πρότυπο της αρχαίας ελευθερίας θεώρησαν ότι είναι ικανοί να έχουν μερίδιο στην άσκηση της πολιτικής εξουσίας. Κατά τη γνώμη μου, η κριτική του Πέτρου Βράϊλα-Αρμένη προς τους αρχαίους οφείλεται, κατά αντίστοιχο τρόπο, στην αντίδρασή του προς τη θεωρία του κοινωνισμού και ειδικότερα προς τους Επτανήσιους κοινωνιστές και ριζοσπάστες, οι οποίοι και αυτοί ζητούσαν συμμετοχή όλων των πολιτών στη διοίκηση κατά το πρότυπο των αρχαίων. H απέχθεια του Βράιλα προς τις βίαιες και επαναστατικές λύσεις και τάσεις απονομής ισότητας και δικαιοσύνης εκφράζονται με κριτική στον κοινωνισμό που επιχείρησε λίγα χρόνια μετά την επανάσταση του 1848, όταν στην μακροσκελή «Εἰσαγωγή εἰς τὰς Φιλοσοφικὰς Μελέτας» (1864) τόνιζε, με αρκετή νηφαλιότητα, πως η δικαιοσύνη και η δύναμη του νόμου είναι αναγκαία προϋπόθεση για την επικράτηση της ευημερίας και την αποφυγή της «στάσεως καὶ ἀταξίας» που φέρνει την κοινωνική οπισθοδρόμηση». Επιπλέον, περιέργως, παρόλη την επίδραση που το έργο του Rousseau έχει ασκήσει στον νεοελληνικό στοχασμό, δεν υπάρχει καμία άμεση αναφορά από τον Βράιλα στον Rousseau, «τα εγγόνια» του οποίου αποτελούν οι σοσιαλιστές κατά τη ρήση του γάλλου οικονομολόγου Bastiat, ενώ υπάρχουν αρκετές στους Locke, J.S. Mill, Montesqieu, Cousin, Thiers, και Say. Άλλωστε, η πρώτη ελληνική απόδοση του όρου «socialisme» οφείλεται στον Επτανήσιο «σαινσιμονιστή» Φραγκίσκο Πυλαρινό που νεκρολογώντας τον Κοραή (1833) συνόψισε τη «φιλοσοφική αποστολή» του 19ου αιώνα στο τρίπτυχο: «ἐλευθερία, ἰσότης, κοινωνισμός». Ο Βράϊλας ενστερνίζεται τις ιδέες του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού στο φιλοσοφικό έργο του και υιοθετεί τις αρχές του ήπιου βρετανικού φιλελεύθερου κοινοβουλευτισμού στον πολιτικό βίο του και προκρίνει τον «νέο πολιτισμό» έναντι του «αρχαίου», προσπαθώντας βέβαια, όσο αυτό είναι δυνατόν, να μην αδικήσει τον δεύτερο. Χωρίς να αρνείται τη χριστιανική θρησκευτική παράδοση, συνδυάζει το ρομαντισμό με την καντιανή ηθική θεωρία και την αυτεξουσιότητα και τη αυτονομία του ηθικού προσώπου που αυτή συνεπάγεται, δημιουργώντας έτσι μία ιδιόμορφη αξιοσημείωτη ηθική θεωρία, η οποία ενστερνίζεται τις αρχές του φιλελευθερισμού αλλά συγχρόνως και μία μορφή «ήπιου πατριωτισμού», υπό την έννοια ότι δεν αρνείται την ελληνοχριστιανική παράδοση ούτε την κληρονομιά του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού ούτε βέβαια και τα αιτήματα των Επτανησίων για Ένωση με το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, χωρίς όμως να «τολμά» να υποστηρίξει το δικαίωμα της καθολικής ψήφου ή τη δημοκρατική αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, υποστηρίζοντας πως «κυρίαρχος δὲν εἶναι ἡ θέλησις τοῦ λαού, ἀλλ’ ὁ κοινωνικὸς λόγος, διότι ἐκ τοῦ λόγου τὸ δίκαιον, καὶ ὁ πολιτικὸς λόγος εἶναι ἡ ἀνωτέρα ἒκφρασις τοῦ κοινωνικοῦ».
Ειδικότερα, στη μελέτη αυτή εξετάζονται «ηθικολογικά» επιχειρήματα υπέρ της δικαιολόγησης της σημερινής ελληνικής κρίσης και της πολιτικής λιτότητας που έχει υιοθετηθεί, ο κυριότερος εκφραστής των οποίων είναι, κατά την γνώμη μου, ο Στέλιος Ράμφος. Τα επιχειρήματα αυτά είναι δυνατόν να συνοψιστούν σε αυτό που ονομάζω «ηθικολογική θέση» (‘moralistic thesis’), σύμφωνα με την οποία ενυπάρχει μια βαθειά πνευματική κρίση στην σύγχρονη νεοελληνική κοινωνία, η οποία είναι υπεύθυνη για την αποξένωσή μας από το πνευματικό μας παρελθόν και τις παραδοσιακές ηθικές αξίες μας καθώς και για την εμπλοκή μας με τα πρότυπα του καταναλωτισμού. Σύμφωνα με τους νεοέλληνες αυτούς στοχαστές, υφίσταται κρίση του νεοελληνικού κοινωνικού σχηματισμού και έλλειμμα κοινωνικής θεωρίας, κρίση θεσμών, κρίση αξιών, πολιτισμική κρίση και κρίση της νεοελληνικής μας ταυτότητας. Κατά τη γνώμη τους, η σύγχρονη νεοελληνική φιλοσοφία οφείλει να λειτουργήσει ως αναζήτηση αυτογνωσίας και αναδιάρθρωσης. Συγχρόνως, τα εν λόγω ηθικολογικής φύσεως επιχειρήματα συχνά επιχειρούν οικειοποίηση της αρχαιότητας και της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας εν γένει, κάνοντας αναφορές σε κείμενα της κλασικής αρχαιότητας και σε αρχαίους φιλοσόφους, όπως ο Σωκράτης, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης. Στη μελέτη αυτή αναλύω αυτά τα ηθικολογικής φύσεως επιχειρήματα και επικεντρώνομαι στην εκ μέρους τους χρήση συναισθημάτων, όπως η «ντροπή» και η «ενοχή», και καταβάλλεται εκ μέρους μου προσπάθεια να καταδείξω την μη εγκυρότητά τους, όπως και τις δυσκολίες που γενικότερα ενέχει η χρήση επιχειρημάτων παρόμοιας φύσεως που κάνουν επίκληση στο συναίσθημα. Επιπλέον, επιχειρώ να καταδείξω ότι η επίκληση στους Αρχαίους και η χρήση και η οικειοποίηση της Αρχαιότητας. εκ μέρους ορισμένων από τους στοχαστές αυτούς (Γιανναράς, Ράμφος), είναι, στην περίπτωση αυτή, όχι απλώς παραπλανητική, αλλά και απατηλή.
Second, by trying to show the difficulties involved in Berlin’s dichotomy between negative and positive liberty, but also the ones involved in MacIntyre’s own account that, according to my reading at least, mostly relies on the Aristotelian notion of freedom as presented in the Nicomachean Ethics and ‘neglects’ the Aristotelian notion of freedom ‘as participation in government’ as presented in the Politics (esp. Bks I, III & VII), and to examine whether MacIntyre’s account of liberty could be one closer to ‘the ancient (Aristotelian) one’, since the Aristotelian model emphasizes broadly on ‘participation in the political association’ (koinônia politikē/ ἡ κοινωνία ἡ πολιτική, Pol. I.1252a7), since “a human being is by nature a political animal” (anthôpos physei politikon zôon/ἄνθρωπος φύσει πολιτικὸν ζῷον, Pol. I.1253a1-2), but also at the same time recognizes the importance of popular sovereignty (to kyrion tes poleôs/τὸ κύριον τῆς πόλεως) and ‘the wisdom of the multitude’ (plēthos/πλῆθος; krinousin ameinon hoi polloi/κρίνουσιν ἄμεινον οἱ πολλοὶ) (Pol. III. ΙΙΙ.11.1280b40-1281b10).
Of course, it should also be pointed out that in order to fully reconstruct an Aristotelian conception of liberty, and ultimately a Neo-Aristotelian one should first, outline Aristotle's conception of liberty as that can be found in remarks he makes in his ethical and political works having a bearing on freedom in the accounts on (i) property, (ii) family, (iii) economics and trade, (iv) citizenship, (v) the criticism of Plato, (vi) the conception of the good life and its implication for the concept of liberty, (vii) education, (viii) the discussion on the voluntary and choice in NE Bk. III, Ch.. 1-3, and (ix) in general, in any explicit remarks he makes about freedom (eleutheria/ἐλευθερία) and its derivatives (eleutheros/ἐλεύθερος, eleutherios/ἐλευθέριος, eleutheriotes/ἐλευθεριότης). This would of course involve an extensive project, not possible to be accurately presented within the limitations of this paper. Hence my account would inevitable focus on the Politics passages mentioned above. In addition, I would like to point out that such an extensive project should also involve an exegesis as well as a critical analysis of Aristotle’s pronouncements and arguments on democracy (politeia/πολιτεία), political justice (to politikon dikaion/ τὸ πολιτικὸν δίκαιον), equality (isotes/ ισότης), friendship (philia/φιλία) and concord (homonoia/ὁμόνοια) in relation to the Aristotelian notion of the ‘common interest’ (to koine symferon/τὸ κοινῇ συμφέρον).
Third, to put forward an alternative Neo-Aristotelian conception of freedom as ‘participation in government’ or as ‘democratic self-government’ that could help us re-evaluate the role of political activity and its importance for self-determination which could maybe also provide an additional argument in support of MacIntyre’s diagnosis of the defects of the dominant politics of contemporary society (the societies of advanced Western modernity), mostly expressed in his work published from 1997 onwards. This would of course be an argument that could also further support other criticisms of liberal modernity and, mostly, of contemporary neoliberal practices. In addition, in my view, such a Neo-Aristotelian account of freedom that could also help us to re-evaluate the role of political activity and its importance for self-determination.
Having said this, I should like to point out that I do not aim at presenting MacIntyre as a republican in the ordinary sense of the definition of the term, nor Aristotle for that matter. Nor of course do I intend to present MacIntyre as an advocate of democracy or participatory democracy to which he is opposed. I here use ‘republican’ in a broad sense to cover what Benjamin Constant called ‘ancient liberty’ in his famous 1819 lecture delivered to the Athénée Royal in Paris entitled ‘The Liberty of the Ancients compared with that of the Moderns’. For the purposes of this paper I shall ignore the conception of ‘republican’ freedom, described for example by Skinner who draws heavily on Roman models rather than Aristotelian. I shall also ignore the modernized version of this conception introduced by Pettit a third concept of liberty defined ‘as freedom as non-domination’. Both these conceptions of course also re-valuate the role of political activity and its importance for self-determination, but in a different way than the Aristotelian conception of freedom I am advocating, my point being that MacIntyre could relate to the ‘republican’ notion of ‘ancient liberty’ that is merely Aristotelian. I suppose that I feel closer here to the classical republican tradition (Machiavelli and James Harrington’s Oceana, 1656), as well as to J.G.A. Pocock’s republican interpretation of early modern political thought, but also to some of the arguments presented by Alain Renaut to the extent that he relates Aristotelian participation in the political association with Rousseau’s conception of ancient liberty.