uncountable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]uncountable (en) (χωρίς παραθετικά)
- που έχει/είναι τόσα πολλά, που δεν μπορεί να μετρηθεί· αμέτρητος
- ↪ The stars are uncountable.
- Τα αστέρια είναι αμέτρητα.
- ≈ συνώνυμα: innumerable, countless, innumerous, immeasurable, incalculable
- ↪ The stars are uncountable.
- (μαθηματικά) απειράριθμος
- (αγγλική γραμματική) μη μετρήσιμο (για ουσιαστικά που δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν εύκολα με αριθμούς ή το αόριστο άρθρο και συνήθως είναι στον πληθυντικό αριθμό)
Πηγές
[επεξεργασία]- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 38. ISBN 9780194325684., λήμμα: αμέτρητος