too much
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]too much (en)
- παραείμαι, μια κατάσταση που είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί
- ↪ That was too much for me (=I couldn’t stand it).
- Αυτό παραήταν για μένα (=δεν μπορούσα να το ανεχθώ αυτό).
- ↪ That was too much for me (=I couldn’t stand it).
Φράση
[επεξεργασία]too much (en)
- (much ως αντωνυμία) τόσος, πολύς
- ↪ The food is too much that I can’t finish it.
- Το φαγητό είναι τόσο, ώστε δεν μπορώ να το τελειώσω.
- ↪ I ate too much.
- Έφαγα πάρα πολύ.
- ↪ The food is too much that I can’t finish it.
- (much ως επίρρημα) πολύ, πάρα πολύ
- ↪ We do not talk too much.
- Δεν μιλάμε πολύ.
- ↪ He thinks too much of himself.
- Έχει πάρα πολύ μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του.
- ↪ We do not talk too much.
- (much ως προσδιοριστής) πάρα πολύς, υπερβολικά πολύς, υπερβολικός
- ↪ It is too much money, I cannot get it.
- Είναι πάρα πολλά τα χρήματα, δεν μπορώ να το πάρω.
- ↪ The food has too much salt.
- Το φαγητό έχει υπερβολικά πολύ αλάτι.
- ↪ Ice cream contains too much sugar.
- Το παγωτό περιέχει υπερβολική ζάχαρη.
- ↪ Don’t give it too much importance.
- Μη δίνεις υπερβολική σημασία.
- ↪ It is too much money, I cannot get it.
Συνώνυμα
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη excessive
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- χρησιμοποιείται μόνο με μη μετρήσιμα ουσιαστικά
- too many μόνο χρησιμοποιείται με μετρήσιμα ουσιαστικά στον πληθυντικό αριθμό
Πηγές
[επεξεργασία]- much (determiner, pronoun) - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 721-722. ISBN 9780194325684., λήμμα: πολύ