salute
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]salute (en)
- χαιρετισμός (κίνηση με το χέρι προς τιμήν κάποιου, πχ στρατιωτικός χαιρετισμός)
- (μεταφορικά) απόδοση τιμής με οποιοδήποτε τρόπο
Ρήμα
[επεξεργασία]salute (en)
- χαιρετώ (κάνω κίνηση με το χέρι προς τιμήν κάποιου)
- (μεταφορικά) χαιρετίζω, αποδίδω τιμή