ourlet

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
ourlet ourlets

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ourlet (fr) αρσενικό

Συγγενικά

[επεξεργασία]