jest

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
jest jests

jest (en)

Εκφράσεις

[επεξεργασία]
ενεστώτας jest
γ΄ ενικό ενεστώτα jests
αόριστος jested
παθητική μετοχή jested
ενεργητική μετοχή jesting

jest (en)



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

jest (pl)

  • γ' ενικό πρόσωπο του ρήματος być