invalid
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]invalid (en)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]invalid (en)
Επίθετο
[επεξεργασία]invalid (en)
- αναπηρικός
- invalid carriage - όχημα ειδικά σχεδιασμένο για άτομα με αναπηρία