cultural
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]cultural (en)
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | cultural | culturaux |
θηλυκό | culturale | culturales |
Επίθετο
[επεξεργασία]cultural (fr)
- καλλιεργητικός, γεωργικός
- les méthodes culturales du Néolithique - οι καλλιεργητικές μέθοδοι της Νεολιθικής εποχής