TIR

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: tir

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
TIR < Transports Internationaux Routiers

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /tiʁ/ & /te.i.ɛʁ/

Συντομομορφή

[επεξεργασία]

TIR (fr) αρσενικό, μόνο στον πληθυντικό ακρωνύμιο