ган
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αζεριανά (az)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ган (az)
- το αίμα
Κλίση
[επεξεργασία]κλίση του ган
ενικός | πληθυντικός | |
---|---|---|
ονομαστική | ган | ганлар |
αιτιατική | ганы | ганлары |
δοτική | гана | ганлара |
τοπική | ганда | ганларда |
αφαιρετική | гандан | ганлардан |
γενική | ганын | ганларын |