σπιτάκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το σπιτάκι τα σπιτάκια
      γενική
    αιτιατική το σπιτάκι τα σπιτάκια
     κλητική σπιτάκι σπιτάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
σπιτάκι < σπίτι + υποκοριστικό επίθημα -άκι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

σπιτάκι ουδέτερο

  1. μικρό σπίτι
    Το σπιτάκι του σκύλου.

Εκφράσεις

[επεξεργασία]
  • σπίτι μου, σπιτάκι μου

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]