Αλωνάρης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Αλωνάρης < επειδή είναι η περίοδος που αλωνίζουν τα δημητριακά
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Αλωνάρης αρσενικό
- (λαϊκότροπο) ο μήνας Ιούλιος