Λούκουλλος
Λούκουλλος | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Lucius Licinius Lucullus (Λατινικά) |
Γέννηση | 117 π.Χ. (περίπου)[1][2] Αρχαία Ρώμη |
Θάνατος | 57 π.Χ. (περίπου)[3] |
Κατοικία | Ρώμη |
Χώρα πολιτογράφησης | Αρχαία Ρώμη |
Θρησκεία | Θρησκεία στην αρχαία Ρώμη |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | λατινική γλώσσα |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | Ρωμαίος πολιτικός Ρωμαίος στρατιωτικός |
Πολιτική τοποθέτηση | |
Πολιτικό κόμμα/Κίνημα | optimates |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Κλαυδία Κουίντα Σερβιλία (σύζυγος του Λούκουλου) |
Τέκνα | Λικινία Μάρκος Λικίνιος Λούκουλλος[4] |
Γονείς | Λεύκιος Λικίνιος Λούκουλλος[4] και Καικιλία Μετέλλα |
Αδέλφια | Μάρκος Τερέντιος Βάρρο Λούκουλος[4] |
Συγγενείς | Φαύστος Κορνήλιος Σύλλας (ταμίας το 54 π.Χ.) (ward), Φαύστα Κορνηλία (ward) και Κορνηλία Ποστούμα (ward) |
Οικογένεια | Licinii Luculli |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Ταμίας (Quaestor) Αγορανόμος (Aedilis) (79 π.Χ.)[4] Ρωμαίος συγκλητικός (άγνωστη τιμή)[5] Ύπατος στην αρχαία Ρώμη (74 π.Χ.)[5][4] Πραίτορας (77 π.Χ.)[4] |
Ο Λεύκιος Λικίνιος Λούκουλλος (118 [6] –57/56 π.Χ.) ήταν Ρωμαίος στρατηγός και πολιτικός, στενά συνδεδεμένος με τον Λεύσιο Κορνήλιο Σύλλα. Με αποκορύφωμα πάνω από 20 χρόνια σχεδόν συνεχούς στρατιωτικής και κυβερνητικής υπηρεσίας, κατέκτησε τα ανατολικά βασίλεια κατά τη διάρκεια τού Γ΄ Μιθριδατικού Πολέμου, επιδεικνύοντας εξαιρετική αρχηγία σε διάφορες καταστάσεις, όπως κατά την πολιορκία της Κυζίκου το 73-72 π.Χ. και τη μάχη στα Τιγρανόκερτα στην Αρζανηνή της Αρμενίας το 69 π.Χ. Ο τρόπος διοίκησής του έλαβε ασυνήθιστα ευνοϊκή προσοχή από αρχαίους στρατιωτικούς εμπειρογνώμονες και οι εκστρατείες του φαίνεται να έχουν μελετηθεί ως παραδείγματα επιδέξιας αρχηγίας.[7]
Ο Λούκουλλος επέστρεψε στη Ρώμη από την Ανατολή με τόσα πολλά ληφθέντα λάφυρα, που τα τεράστια ποσά θησαυρών, κοσμημάτων, ανεκτίμητων έργων τέχνης και σκλάβων δεν μπορούσαν να υπολογιστούν πλήρως. Κατά την επιστροφή του, ο Λούκουλλος διοχέτευσε τεράστια ποσά σε ιδιωτικά κτιριακά έργα, έργα κτηνοτροφίας και ακόμη και υδατοκαλλιέργειας, τα οποία συγκλόνισαν και εξέπληξαν τους συγχρόνους του με το μέγεθός τους. Υποστήριξε επίσης αφειδώς τις τέχνες και τις επιστήμες, μετατρέποντας την κληρονομική του περιουσία στα υψίπεδα τού Tούσκουλου σε ένα συγκρότημα ξενοδοχείων και βιβλιοθηκών για μελετητές και φιλοσόφους. Έκτισε τους περίφημους horti Lucullani (κήπους και μέγαρο τού Λούκουλλου) στον Πίνσιο λόφο στη Ρώμη και έγινε πολιτιστικός καινοτόμος στην ανάπτυξη του αυτοκρατορικού πλούτου. Απεβίωσε τον χειμώνα του 57–56 π.Χ.[8] και τάφηκε στο οικογενειακό κτήμα κοντά στο Tούσκουλο.
Το κατακτητικό προσωνύμιο τού Ποντικού (δηλ. νικητή τού Πόντου) μερικές φορές προστίθεται λανθασμένα στο όνομά του στα σύγχρονα κείμενα. Στις αρχαίες πηγές αποδίδεται μόνο στον συνάδελφό του στην υπατεία Μάρκο Αυρήλιο Κόττα μετά την κατάληψη και τη βάναυση καταστροφή της Ηράκλειας Ποντικής από τον τελευταίο κατά τον Γ΄ Μιθριδατικό Πόλεμο.
Σύγχρονες πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λούκουλλος συμπεριλήφθηκε στις βιογραφικές συλλογές Ρωμαίων κορυφαίων στρατηγών και πολιτικών, που προέρχονται από τη βιογραφική επιτομή των διάσημων Ρωμαίων, που δημοσιεύτηκε από τον σύγχρονο του Μάρκο Τερέντιο Βάρρο . Σήμερα σώζονται δύο βιογραφίες τού Λούκουλλου: ο Λούκουλλος τού Πλούταρχου στη διάσημη σειρά Παράλληλοι Βίοι, όπου ο Λούκουλλος συνδυάζεται με τον Αθηναίο αριστοκράτη πολιτικό και στρατηγό Κίμωνα και ο Νο 74 στο λεπτό λατινικό Liber de viris illustribus, όψιμης και άγνωστης συγγραφής., οι κύριες πηγές για τις οποίες φαίνεται να ανάγονται στον Varro και τον πιο σημαντικό διάδοχό του στο είδος, τον Γάιο Ιούλιο Υγίνο.
Οικογένεια και πρώιμη καριέρα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λούκουλλος ήταν μέλος τού εξέχοντος Λικίνιου γένους και της οικογένειας, ή κλάδου, των Λουκούλων, που μπορεί να κατάγονταν από την αρχαία αριστοκρατία τού Tούσκουλου. Ήταν εγγονός τού Λεύκιου Λικίνιου Λούκουλου υπάτου το 151 π.Χ., και γιος τού Λεύκιου Λικίνιου Λούκουλου πραίτορα το 104 π.Χ., ο οποίος καταδικάστηκε για υπεξαίρεση κατά τη Σικελική διοίκηση του (το 104/3) και εξορίστηκε περί το 102 π.Χ.
Η οικογένεια της μητέρας του Καικιλίας Μετέλλας (γενν. π. 137 π.Χ.), ήταν μία ισχυρή οικογένεια ευγενών στο απόγειο της επιτυχίας και της επιρροής της στο τελευταίο τέταρτο τού 2ου αι. π.Χ., όταν γεννήθηκε ο Λούκουλλος. Αυτή ήταν το μικρότερο παιδί τού Λεύκιου Καικίλιου Μέτελλου Κάλβου (υπάτου το 142 και τιμητή (censor) το 115–14) και ετεροθαλής αδελφή δύο από τους σημαντικότερους συγκλητικούς, τού Κόιντου Καικίλιου Μέτελλου Νουμιδικού (υπάτου το 109 και τιμητή το 102) και τού Λεύκιου Καικίλιου Μέτελλου Δαλματικού (υπάτου το 119 και μέγιστου αρχιερέα), ο τελευταίος από τους οποίους ήταν επίσης πατέρας της τρίτης συζύγου τού Σύλλα, Καικιλίας Μετέλλας.[9]
Ο Λούκουλλος πιθανότατα υπηρέτησε ως στρατιωτικός τριβούνος το 89 π.Χ. Ο Πλούταρχος σημειώνει ότι υπηρέτησε ως αξιωματικός υπό τον Σύλλα κατά τη διάρκεια του Κοινωνικού Πολέμου πριν από την θητεία του ως ταμία (quaestor).[10] Έγραψε ιστορία τού πολέμου στα ελληνικά.[11]
Η μεγαλύτερη θητεία ταμία (quaestor), 88–80 π.Χ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λούκουλλος εξελέγη ταμίας (quaestor) τον χειμώνα του 89-88. Κατά τις ίδιες εκλογές ο Σύλλας επιλέχθηκε ως ύπατος με τον φίλο του Κόιντο Πομπήιο Ρούφο (ο γιος του οποίου ήταν νυμφευμένος με τη μεγαλύτερη κόρη τού Σύλλα, την Κορνηλία). Ο Λούκουλλος ήταν πιθανώς ο ταμίας, που αναφέρεται ως ο μοναδικός αξιωματικός τού στρατού τού Σύλλα, που μπορούσε να συνοδεύσει τον ύπατο, όταν βάδιζε στη Ρώμη.[12]
Το φθινόπωρο τού ίδιου έτους ο Σύλλας έστειλε τον Λούκουλλο μπροστά στην Ελλάδα, για να εκτιμήσει την κατάσταση, ενώ ο ίδιος επέβλεπε την επιβίβαση τού στρατού του. Ο Λούκουλλος έφτασε στην Ελλάδα και ανέλαβε την εξουσία από τον Κόιντο Βρούτιο Σούρα, που είχε καταφέρει να σταματήσει την εισβολή τού Μιθριδάτη στη βόρεια Ελλάδα.[13]
Όταν ο Σύλλας έφτασε με τον κύριο στρατό, ο Λούκουλλος τον υπηρέτησε ξανά ως ταμίας. Έκοψε χρήματα, που χρησιμοποιήθηκαν κατά τον πόλεμο κατά τού Μιθριδάτη ΣΤ΄ στη νότια Ελλάδα (87-86 π.Χ.). Τα χρήματα που έκοψε ο Λούκουλλος, σύμφωνα με το ρωμαϊκό έθιμο, έφεραν το όνομά του [14].
Η ναυτική εκστρατεία, 86–85
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Καθώς η ρωμαϊκή πολιορκία της Αθήνας πλησίαζε προς την επιτυχή κατάληξη, η στρατηγική προσοχή τού Σύλλα άρχισε να εστιάζεται ευρύτερα στις μετέπειτα επιχειρήσεις κατά των κύριων δυνάμεων τού Πόντου και στην καταπολέμηση τού ελέγχου τού Μιθριδάτη ΣΤ΄ στις θαλάσσιες οδούς. Έστειλε τον Λούκουλλο για να συλλέξει έναν στόλο, όσο ήταν δυνατό από τους συμμάχους της Ρώμης κατά μήκος των ακτών της ανατολικής Μεσογείου, πρώτα στις σημαντικές -αλλά επί του παρόντος διαταραγμένες- πολιτείες της Κυρήνης και της Πτολεμαϊκής Αιγύπτου. Ο Λούκουλλος ξεκίνησε από τον Πειραιά στα μέσα τού χειμώνα τού 87-86 π.Χ. με τρία ελληνικά σκάφη (τριήρεις) και τρεις ελαφριές ροδιακές διήρεις, ελπίζοντας να αποφύγει την επικρατούσα θαλάσσια δύναμη των Ποντιακών στόλων και των πειρατικών συμμάχων τους με ταχύτητα και εκμεταλλευόμενη τις χειρότερες συνθήκες ναυσιπλοΐας. Αρχικά έκανε σύμμαχο την Κρήτη και λέγεται ότι κέρδισε τις πόλεις προς τη ρωμαϊκή πλευρά. Από εκεί πέρασε στην Κυρήνη, όπου η περίφημη ελληνική αποικία στην Αφρική βρισκόταν σε δεινή κατάσταση, μετά από έναν έντονο και εξουθενωτικό εμφύλιο πόλεμο, διάρκειας σχεδόν επτά ετών. Η άφιξη τού Λούκουλλου φαίνεται να έβαλε καθυστερημένο τέλος σε αυτή τη φοβερή σύγκρουση, καθώς η πρώτη επίσημη ρωμαϊκή παρουσία εκεί μετά την αναχώρηση τού ανθυπάτου Γάιος Κλόδιου Πούλχερ, ο οποίος είχε προεδρεύσει της αρχικής διοικητικής ενσωμάτωσής της στη Ρωμαϊκή Δημοκρατία το 94 π.Χ. Στη συνέχεια έπλευσε στην Αίγυπτο για να προσπαθήσει να εξασφαλίσει πλοία από τον βασιλιά Πτολεμαίο Θ΄ Σωτήρα Β΄. Στην Αλεξάνδρεια, την πρωτεύουσα της Πτολεμαϊκής Αιγύπτου, τον υποδέχτηκαν καλά, αλλά δεν θα υπήρξε βοήθεια ή ενίσχυση. Ο Πτολεμαίος Θ΄ είχε αποφασίσει να ακολουθήσει μία ασφαλή πορεία μεταξύ Ρώμης και Πόντου. Από την Αλεξάνδρεια ο Λούκουλλος απέπλευσε στην Κύπρο και αποφεύγοντας τους Κιλίκιους πειρατές, πήγε στη Ρόδο (ναυτικό σύμμαχο της Ρώμης). Οι Ρόδιοι τον προμήθευσαν με επιπλέον πλοία. Η Ρόδος φημιζόταν για τη ναυτική της δύναμη και τη θαλάσσια οξυδέρκεια των ναυτικών της: η Ροδιακή μοίρα θα αποδειχτεί μία πολύ ευπρόσδεκτη βοήθεια. Στα νερά κοντά στη Ρόδο, ο στόλος τού Λούκουλλου νίκησε μία Μιθριδατική μοίρα. Στη συνέχεια εξασφάλισε την Κνίδο και την Κω, έδιωξε τους Μιθριδατικούς στρατιωτικούς από τη Χίο και επιτέθηκε στη Σάμο. Από εκεί θα ταξίδευε προς τον Βορρά. Ο Λούκουλλος κέρδισε άλλη μία νίκη στο Λεκτόν Άκρον. Από το Λεκτόν ο Λούκουλλος απέπλευσε στην Τένεδο, όπου περίμενε ο Μιθριδατικός στόλος.
Αφού ο Λούκουλλος νίκησε τον ναύαρχο τού Μιθριδάτη Νεοπτόλεμο στη ναυμαχία της Τενέδου, βοήθησε τον Σύλλα να διαπεράσει το Αιγαίο και να μεταβεί στη Μ. Ασία. Αφού συμφωνήθηκε ειρήνη, ο Λούκουλλος έμεινε στη Μ. Ασία και εισέπραξε το χρηματικό πρόστιμο, που επέβαλε ο Σύλλας στην επαρχία για την εξέγερσή της. Ο Λούκουλλος, ωστόσο, προσπάθησε να μειώσει το βάρος, που δημιούργησαν αυτές οι επιβολές.
Τα μετά από τον Α΄ Μιθριδατικό Πόλεμο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λούκουλλος είναι γνωστός για τη μεγαλόψυχη διοίκηση της επαρχίας της Ασίας: κατάφερε να ηρεμήσει τους αγανακτισμένους, σχεδόν επαναστάτες, Ασιάτες υπηκόους της Ρώμης και να δημιουργήσει μία μικρή ειρήνη. Όταν ο Ρωμαίος κυβερνήτης της Ασίας Λεύκιος Λικίνιος Μουρένα ξεκίνησε και πολέμησε τον σύντομο, λεγόμενο Β΄ Μιθριδατικό Πόλεμο (83-81 π.Χ.), ο Λούκουλλος δεν συμμετείχε.[15]
Η Μυτιλήνη, πρωτεύουσα τού νησιού της Λέσβου, επαναστάτησε επί Λούκουλλου στην Ασία. Ο Λούκουλλος προσπάθησε να λύσει τη σύγκρουση μέσω διπλωματίας, αλλά τελικά εξαπέλυσε επίθεση στο κράτος της πόλης, νίκησε την πολιτοφυλακή της σε μία σκληρή μάχη μπροστά στα τείχη της και ξεκίνησε μία πολιορκία. Μετά από λίγο καιρό ο Λούκουλλος προσποιήθηκε ότι εγκατέλειψε την πολιορκία και απέπλευσε. Όταν οι Μυτιληναίοι μπήκαν στα απομεινάρια τού στρατοπέδου του, ο Λούκουλλος που τους είχε στήσει ενέδρα, σκότωσε 500 από αυτούς και υποδούλωσε 6.000.[16]
Επιστροφή στη δύση, 80–74 π.Χ.
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λούκουλλος επέστρεψε το 80 π.Χ. και εξελέγη curule aedile για το 79, μαζί με τον αδελφό του Μάρκο Τερέντιο Βάρρο Λούκουλλο, και έδωσε υπέροχους αγώνες-παιχνίδια.
Το πιο σκοτεινό μέρος της δημόσιας σταδιοδρομίας τού Λούκουλλου είναι το έτος, που πέρασε ως πραίτορας στη Ρώμη, ακολουθούμενο από τη διοίκηση της Ρωμαϊκής Αφρικής, η οποία πιθανότατα διήρκεσε τη συνήθη διετή περίοδο γι' αυτή την επαρχία στη μετα-Σύλλα περίοδο. Η βιογραφία τού Πλούταρχου αγνοεί εντελώς αυτή την περίοδο, από το 78 π.Χ. έως το 75 π.Χ., πηδώντας από το τέλος τού Σύλλα στην υπατεία τού Λούκουλλου. Ωστόσο ο Κικέρων αναφέρει εν συντομία την πραιτορία του ακολουθούμενη από την αφρικανική διοίκηση, ενώ η σωζόμενη λατινική βιογραφία, πολύ πιο σύντομη αλλά πιο ομοιόμορφη από τον Πλούταρχο, σχολιάζει ότι «κυβέρνησε την Αφρική με τον υψηλότερο βαθμό δικαιοσύνης». Αυτή η αναφορά είναι σημαντική, καθώς δείχνει τον Λούκουλλο να εκτελεί τα τακτικά, λιγότερο γοητευτικά, διοικητικά καθήκοντα μίας δημόσιας σταδιοδρομίας με τη συνήθη σειρά και, δεδομένης της φήμης του ως φιλέλληνα, για το σεβασμό που έδειχνε για υποτελείς λαούς, που δεν ήταν Έλληνες.
Από αυτή την άποψη, η πρώιμη σταδιοδρομία του δείχνει μία γενναιόδωρη και δίκαιη φύση, αλλά και τον πολιτικό του -πιστό στην παράδοση (σειρά αξιωμάτων)- χαρακτήρα, σε αντίθεση με τους συγχρόνους όπως ο Κικέρων και ο Πομπήιος, ο πρώτος των οποίων ήταν πάντα πρόθυμος να αποφύγει κάθε είδους διοικητικές ευθύνες στις επαρχίες, ενώ ο Πομπήιος απέρριπτε κάθε πτυχή μίας κανονικής σταδιοδρομίας, αναζητώντας μεγάλες στρατιωτικές θέσεις σε κάθε ευκαιρία που τού ταίριαζε, ενώ αρνιόταν να αναλάβει κανονικά καθήκοντα σε ειρηνικές επαρχίες.
Δύο άλλες αξιοσημείωτες συναλλαγές έγιναν το 76 ή 75 π.Χ. μετά την επιστροφή τού Λούκουλλου από την Αφρική: ο γάμος του με την Κλοδία, τη μικρότερη κόρη τού Αππίου Κλόδιου Πούλχερ, και την αγορά της έπαυλης στην κορυφή τού λόφου τού γένους των Μαρίων στο Μισηνόν Άκρον από τη μεγαλύτερη κόρη του Σύλλα, Κορνήλια.
Ο Σύλλας αφιέρωσε τα απομνημονεύματά του στον Λούκουλλο και μετά το τέλος του τον έκανε κηδεμόνα τού γιου του Φαύστου και της κόρης του Φαύστας, προτιμώντας τον Λούκουλλο από τον Πομπήιο.
Το αξίωμα του υπάτου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 74 π.Χ. ο Λούκουλλος υπηρέτησε ως ύπατος μαζί με τον Μάρκο Αυρήλιο Κότα, ετεροθαλή αδελφό της Αυρηλίας, μητέρας τού Ιουλίου Καίσαρα.[17] Κατά τη διάρκεια της υπατείας του υπερασπίστηκε τα θεσπίσματα τού Σύλλα από τις προσπάθειες τού Λεύκιου Κουίνκτιου να το υπονομεύσει.[18] Υποστήριξε την έκκληση τού Πομπήιου, εκστρατεύοντας εναντίον τού επαναστάτη Σερτόριου στην Ιβηρική χερσόνησο, για κεφάλαια και ενισχύσεις.[19] Πιθανότατα συμμετείχε επίσης στην απόφαση να γίνει η Κυρήνη ρωμαϊκή επαρχία.[20]
Αρχικά τράβηξε την Εντεύθεν των Άλπεων Γαλατία ως ανθύπατος διοικητής της στους κλήρους, αλλά διορίστηκε κυβερνήτης της Κιλικίας μετά το τέλος τού κυβερνήτη της (Λεύκιου Οκτάβιου), σύμφωνα -όπως θεωρείται- με σύσταση από την Πραισία.[21] Ανέλαβε επίσης ο ίδιος τη διοίκηση τού Γ΄ Μιθριδατικού Πολέμου εναντίον τού Μιθριδάτη ΣΤ΄ τού Πόντου.[22] Αυτή ήταν μία πολύ περιζήτητη θέση, καθώς ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ κυβερνούσε πολύ πλούσιες χώρες.
Οι Ανατολικοί Πόλεμοι, 73–67 π.Χ.
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Καθ' οδόν προς την Κιλικία, την επαρχία όπου τέθηκε ανθύπατος, ο Λούκουλλος αποβίβασε τη λεγεώνα του κάπου στην επαρχία της Ασίας. Αρχικά σχεδίαζε να βαδίσει από τη Μ.Ασία στη δυτική Κιλικία και να εισβάλει στον Πόντο από τα νότια. Στην επαρχία της Ασίας βρήκε τις δύο λεγεώνες της Φιμβρίας, βετεράνους από τους προηγούμενους Μιθριδατικούς Πολέμους, να τον περιμένουν. Μόλις άκουσε τα νέα της ήττας τού Κότα, ξεκίνησε να ανακουφίσει τον πολιορκημένο Κότα στη Βιθυνία. Ο Λούκουλλος χρειάστηκε να πολεμήσει τον Μιθριδάτη ΣΤ΄ από ξηρά και θάλασσα, γι' αυτό συγκέντρωσε μεγάλο στρατό και δημιούργησε επίσης στόλο από τις ελληνικές πόλεις της Μ.Ασίας. Με αυτόν τον στόλο νίκησε τον εχθρικό στόλο στα ανοιχτά τού Ιλίου και στη συνέχεια στη Λήμνο. Στην ξηρά, με προσεκτικούς ελιγμούς και τεχνάσματα, μπόρεσε να παγιδεύσει τον στρατό τού Μιθριδάτη στην Κύζικο. Σύμφωνα με τον Αππιανό και τον Πλούταρχο, ο Λούκουλλος είχε 30.000 πεζούς και 1.600-2.500 ιππείς, ενώ ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ φημολογούνταν ότι είχε στη δύναμή του έως και 300.000 άνδρες. Δεδομένου ότι ο βασιλιάς τού Πόντου είχε ανώτερους αριθμούς, ο Λούκουλλος αρνήθηκε να δώσει μάχη, και αποφάσισε να λιμοκτονήσει τον εχθρό του μέχρι να υποταχθεί. Ο Λούκουλλος απέκλεισε τον τεράστιο στρατό τού Μιθριδάτη ΣΤ΄ στη χερσόνησο της Κυζίκου και άφησε την πείνα και την πανώλη να κάνουν τη δουλειά τους. Ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ κατάφερε να ξεφύγει από την πολιορκία τού Λούκουλλου, αλλά οι περισσότεροι στρατιώτες του χάθηκαν στην Κύζικο.
Ο Ποντικός στόλος προσπάθησε να πλεύσει ανατολικά στο Αιγαίο, αλλά ο Λούκουλλος οδήγησε τον στόλο του εναντίον τους. Κατέλαβε μία μοίρα 13 πλοίων μεταξύ της νήσου Τένεδου και του ηπειρωτικού λιμανιού των Αχαιών. Η κύρια Ποντική δύναμη, ωστόσο, είχε τραβήξει τα πλοία στην ακτή σε μία δύσκολη τοποθεσία, το μικρό νησί των Νέων μεταξύ Λήμνου και Σκύρου. Στη συνέχεια, ο Λούκουλλος έστειλε πεζικό μέσω ξηράς κατά μήκος των Νέων από τη πίσω μεριά τους, σκοτώνοντας πολλούς και αναγκάζοντας τους υπόλοιπους να επιστρέψουν στη θάλασσα. Ο Λούκουλλος βύθισε ή κατέλαβε 32 πλοία τού βασιλικού στόλου.
Ο Λούκουλλος τελείωσε τον Μιθριδατικό στρατό στη Βιθυνία και στη συνέχεια κινήθηκε μέσω της Γαλατίας (η οποία μέχρι τώρα ήταν σύμμαχος της Ρώμης) στον Πόντο. Ήταν επιφυλακτικός να συμμετάσχει σε άμεση εμπλοκή με τον Μιθριδάτη ΣΤ΄, λόγω του ανώτερου ιππικού τού τελευταίου. Ωστόσο, μετά από αρκετές μικρές μάχες και πολλές αψιμαχίες, ο Λούκουλλος τελικά τον νίκησε στη Μάχη των Καβείρων. Δεν καταδίωξε αμέσως τον Μιθριδάτη ΣΤ΄, αλλά ολοκλήρωσε την κατάκτηση τού βασιλείου τού Πόντου και έθεσε τάξη στις υποθέσεις της Μ.Ασίας. Οι προσπάθειές του να μεταρρυθμίσει την αρπακτική ρωμαϊκή διοίκηση στην Ασία, τον έκαναν όλο και πιο αντιδημοφιλή μεταξύ των ισχυρών φοροεισπρακτόρων (publicani) πίσω στη Ρώμη.
Ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ είχε καταφύγει στην Αρμενία και, το 71 π.Χ., ο Λούκουλλος έστειλε τον κουνιάδο του Άππιο Κλόδιο Πούλχερ (αργότερα ύπατο το 54 π.Χ.) ως απεσταλμένο στον "βασιλιά των βασιλέων" Τιγράνη Β΄ της Αρμενίας, για να απαιτήσει την παράδοση τού βασιλιά τού Πόντου. Στην επιστολή που μετέφερε ο Άππιος, ο Λούκουλλος απευθυνόταν στον Τιγράνη Β΄ απλώς ως "βασιλιά", κάτι που εκείνος έλαβε ως προσβολή και πιθανότατα είχε σκοπό να προκαλέσει τον υπερήφανο Αρμένιο μονάρχη σε πόλεμο. Ο Κέβενυ αντιτάσσεται σε μία τέτοια ερμηνεία, υποστηρίζοντας ότι ο Λούκουλλος ενεργούσε ως τυπικός φιλέλληνας, χωρίς ενσυναίσθηση προς τις ευαισθησίες των μη Ελλήνων. Ωστόσο, αυτό διαψεύδεται από τη συμπεριφορά τού Λούκουλλου κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησής του στην Αφρική (π. 77–75 π.Χ.), που είναι η περίοδος της σταδιοδρομίας του, που λείπει περισσότερο από την ελληνική βιογραφία τού Πλούταρχου.
Το 69 π.Χ. ο Λούκουλλος εισέβαλε στην Αρμενία. Άρχισε μία πολιορκία της νέας αρμενικής αυτοκρατορικής πρωτεύουσας Tιγρανόκερτα στην περιοχή Aτζανηνή. Ο Τιγράνης Β΄ επέστρεψε από μία εξέγερση των Σελευκιδών στη Συρία με έναν έμπειρο στρατό, τον οποίο ο Λούκουλλος εξολόθρευσε ωστόσο στη μάχη στα Τιγρανόκερτα . Αυτή η μάχη διεξήχθη την ίδια (προ-Ιουλιανή) ημερολογιακή ημερομηνία με τη ρωμαϊκή καταστροφή στο Aραύσιo 36 χρόνια νωρίτερα, μία ημέρα πριν από τις Nόνες τού Οκτωβρίου, σύμφωνα με τον υπολογισμό της εποχής (ή 6 Οκτωβρίου), που είναι στο Ιουλιανό ημερολόγιο η 16η Οκτωβρίου 69 π.Χ. Ο Τιγράνης Β΄ αποσύρθηκε στις βόρειες περιοχές το ύβασιλείου του, για να συγκεντρώσει άλλο στρατό και να υπερασπιστεί την κληρονομική του πρωτεύουσα, την Αρταξάτα, ενώ ο Λούκουλλος κινήθηκε νοτιοανατολικά προς το βασίλειο της Κορδουηνής στα σύνορα της Αρμενικής και της Παρθικής αυτοκρατορίας. Κατά τη διάρκεια τού χειμώνα τού 69–68 π.Χ. και οι δύο πλευρές άρχισαν διαπραγματεύσεις με τον Πάρθιο βασιλιά, Αρσάκη ΙΣΤ΄, ο οποίος επί του παρόντος αμύνονταν ενάντια σε μία μεγάλη επίθεση από τον αντίπαλό του Φραάτη Γ΄, που προερχόταν από τη Βακτρία και την Άπω Ανατολή.
Το καλοκαίρι τού 68 π.Χ. ο Λούκουλλος επανέλαβε τον πόλεμο κατά του Τιγράνη Β΄, διασχίζοντας την οροσειρά τού Αντιταύρου σε μία μακρά πορεία μέσα από μία πολύ δύσκολη ορεινή χώρα, με κατεύθυνση την παλαιά αρμενική πρωτεύουσα Αρταξάτα. Μία μεγάλη μάχη έγινε κοντά στον ποταμό Αρσανία, όπου ο Λούκουλλος κατατρόπωσε για άλλη μία φορά τον αρμενικό βασιλικό στρατό. Ωστόσο, είχε εκτιμήσει λανθασμένα τον χρόνο, που χρειαζόταν για μία εκστρατεία μέχρι τώρα στις Αρμενικές Χώρες, όπου ο καλός καιρός ήταν ασυνήθιστα σύντομος, και όταν τα πρώτα χιόνια έπεσαν γύρω στην ώρα της φθινοπωρινής ισημερίας, ο στρατός του εξεγέρθηκε και αρνήθηκε να προχωρήσει περαιτέρω. Ο Λούκουλλος τους οδήγησε πίσω, νότια, στα θερμότερα κλίματα της βόρειας Μεσοποταμίας και δεν αντιμετώπισε κανένα πρόβλημα από τα στρατεύματά του εκεί, παρόλο που τους έβαλε το δύσκολο έργο να καταλάβουν το μεγάλο αρμενικό φρούριο Nίσιβις, το οποίο γρήγορα κατακτήθηκε και το έκανε ρωμαϊκή βάση για τον χειμώνα του 68- 67 π.Χ.
Εκείνο τον χειμώνα ο Λούκουλλος άφησε τον στρατό του στη Νίσιβι και, έχοντας μία μικρή, αλλά προφανώς πολύ ευκίνητη συνοδεία, ταξίδεψε στη Συρία σε μία προσπάθεια να αποκλείσει οριστικά τον Τιγράνη Β΄ από όλες τις νότιες κτήσεις του. Η Συρία ήταν αρμενική επαρχία από το 83 π.Χ. Περίπου μία δεκαετία αργότερα, οι στερημένοι Σελευκίδες πρίγκιπες είχαν περάσει δύο χρόνια στη Ρώμη (ένας από αυτούς πιθανότατα κατά τη διάρκεια της υπατείας τού Λούκουλλου το 74 π.Χ.) ασκώντας πιέσεις στη Σύγκλητο και τη ρωμαϊκή αριστοκρατία για να τους κάνουν (ως νόμιμους Σελευκίδες με Πτολεμαϊκή μητέρα) βασιλείς της Αιγύπτου, στη θέση τού νόθου Πτολεμαίου ΙΒ΄ Αυλητή. Αν και αυτοί οι αδελφοί έφυγαν από τη Ρώμη με άδεια χέρια περί το 72 π.Χ., η κατάστασή τους δεν ξεχάστηκε και ο Λούκουλλος ανέδειξε τώρα έναν από αυτούς ως βασιλιά της Συρίας: τον Αντίοχο ΙΓ΄, γνωστό ως Ασιατικό, λόγω τού χρόνου που είχε ζήσει στην επαρχία της Ρωμαϊκής Ασίας. Ο παλαιός φίλος του Λούκουλλου Αντίοχος ο Ασκαλωνίτης τον συνόδευσε σε αυτό το ταξίδι και απεβίωσε στην Αντιόχεια. Ωστόσο κατά τη απουσία του, η εξουσία επί του στρατού του στη Νίσιβι υπονομεύτηκε σοβαρά από τον νεότερο και πιο άγριο από τους αδελφούς Κλοδίους, τον Πόπλιο Κλόδιο Πούλχερ, προφανώς ενεργώντας προς το συμφέρον τού Πομπήιου, ο οποίος ήθελε να διαδεχθεί τον Λούκουλλο στη διοίκηση του Μιθριδατικού Πολέμου. Αν και γαμπρός τού Λούκουλλου, ο Κλόδιος ήταν επίσης πιο αδελφός σε κάποια μορφή (είτε ήταν πρώτος εξάδελφος frater consobrinus, είτε αδελφός ομομήτριος) της συζύγου τού Πομπήιου, Mουσία Τέρτια. Οι μακρές εκστρατείες και οι κακουχίες που είχαν υπομείνει τα στρατεύματα τού Λούκουλλου για χρόνια, σε συνδυασμό με την αντιληπτή έλλειψη ανταμοιβής με τη μορφή λεηλασίας, είχαν προκαλέσει αυξανόμενη ανυπακοή. Οι πιο τολμηροί και αδίστακτοι βετεράνοι είχαν πιθανώς ενθαρρυνθεί περαιτέρω από τη σχετικά ήπια αποδοχή τού Λούκουλλου της πρώτης ανοιχτής εξέγερσής τους το προηγούμενο φθινόπωρο· ειδικά οι λεγόμενες λεγεώνες της Φίμβρης, που είχαν δολοφονήσει τον πρώτο τους διοικητή Λεύκιο Βαλέριο Φλάκκο και εγκατέλειψαν τον δεύτερο διοικητή τους Γάιο Φλάβιο Φίμβριο. Υποκινούμενες από τον Κλόδιο, μία σειρά διαδηλώσεων κατά του διοικητή έλαβε χώρα ερήμην του και μέχρι την επιστροφή του είχε χάσει σε μεγάλο βαθμό τον έλεγχο τού στρατού του και δεν μπορούσε να διεξάγει περαιτέρω επιθετικές επιχειρήσεις. Επιπλέον, ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ είχε επιστρέψει στον Πόντο τον ίδιο χειμώνα και συνέτριψε τη φρουρά, που είχε αφήσει εκεί ο Λούκουλλος υπό τους απεσταλμένους του (legati) Σορνάτιο Βάρβα και Φάβιο Αδριανό. Ο Λούκουλλος δεν είχε άλλη επιλογή, από το να υποχωρήσει στον Πόντο και την Καππαδοκία, και το έκανε την άνοιξη του 67 π.Χ.
Παρά τη συνεχή επιτυχία του στη μάχη, ο Λούκουλλος δεν είχε ακόμη αιχμαλωτίσει κανέναν από τους μονάρχες. Το 66 π.Χ., με την πλειοψηφία των στρατευμάτων του Λούκουλλου να αρνούνται πλέον ανοιχτά να υπακούσουν στις εντολές του, αλλά να συμφωνούν να υπερασπιστούν τις ρωμαϊκές θέσεις από επίθεση, η Σύγκλητος έστειλε τον Πομπήιο να αναλάβει τη διοίκηση τού Λούκουλλου, οπότε ο Λούκουλλος επέστρεψε στη Ρώμη.
Τα τελευταία χρόνια, 66–57 π.Χ.
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η αντίθεση εναντίον του συνεχίστηκε και στην επιστροφή του. Κατά την απουσία του, ο Πομπήιος είχε σφετεριστεί επαίσχυντα τον έλεγχο των παιδιών τού Σύλλα, σε αντίθεση με τη διαθήκη τού πατέρα, και τώρα απουσία τού Πομπηίου, ο στενός και κληρονομικός πολιτικός σύμμαχος τού τελευταίου, Γάιος Μέμμιος συντόνιζε την αντίθεση στην αξίωση του Λούκουλλου για θρίαμβο. Ο Μέμμιος παρέδωσε τουλάχιστον τέσσερις ομιλίες για τον θρίαμβο τού Λούκουλλου τού Ασιατικού (de triumpho Luculli Asiatico), και ο ανταγωνισμός προς τον Λούκουλλο που προκάλεσαν οι οπαδοί τού Πομπήιου αποδείχθηκε τόσο αποτελεσματικός, που ο εξουσιοδοτητικός νόμος (lex curiata) που απαιτούνταν για να γίνει ένας θρίαμβος, καθυστέρησε για τρία χρόνια. Σε αυτή την περίοδο ο Λούκουλλος αναγκάστηκε να κατοικήσει έξω από το όριο της πόλης (pomerium), γεγονός που περιόρισε τη συμμετοχή του στην καθημερινή πολιτική, που είχε επίκεντρο την Αγορά (Forum).
Αντί να επιστρέψει πλήρως στην πολιτική ζωή (αν και, ως φίλος του Κικέρωνα, συμμετείχε σε ορισμένα ζητήματα) αποσύρθηκε σε μία πολυτελή αργία, ή, με τα λόγια τού Πλούταρχου: "απομακρύνθηκε και εγκατέλειψε τις δημόσιες υποθέσεις, είτε επειδή είδε ότι ήταν ήδη πέρα από τον κατάλληλο έλεγχο και άρρωστος, είτε, όπως λένε μερικοί, επειδή είχε γεμίσει δόξα, και ένιωθε ότι το ατυχές ζήτημα των πολλών αγώνων και μόχθων του, τού έδωσε το δικαίωμα να αφεθεί σε μια ζωή άνεσης και πολυτέλειας... Για τη ζωή τού Λούκουλλου, όπως σε μία αρχαία κωμωδία, διαβάζει κανείς στο πρώτο μέρος πολιτικά μέτρα και στρατιωτικές εντολές, και στο δεύτερο μέρος ποτά και συμπόσια, και τι θα μπορούσε να κάνει για γλέντια, λαμπαδηδρομίες και κάθε είδους επιπολαιότητες."
Χρησιμοποίησε τον τεράστιο θησαυρό που συγκέντρωσε κατά τη διάρκεια των πολέμων του στην Ανατολή, για να ζήσει μία ζωή πολυτέλειας. Είχε πολλές γνωστές πολυτελείς επαύλεις (villae):
- οι κήποι του Λούκουλλου στη Ρώμη
- η τεράστια έπαυλη τού Λούκουλου κοντά στη Νάπολη
- η περίφημη έπαυλη κοντά στο Tούσκουλο
- μία στο ακρωτήριο Mισηνόν
- ένα στο νησί Nησίδα στον κόλπο της Νάπολης.
Λέγεται ότι εισήγαγε τη βυσσινιά στην Ιταλία. Η έπαυλη κοντά στη Νεάπολη περιελάμβανε λιμνούλες με ψάρια και τεχνητές επεκτάσεις στη θάλασσα και ήταν μόνο μία από τις πολλές βίλες των πλούσιων συγκλητικών γύρω από τον κόλπο της Νάπολης. Ο Πομπήιος, λέγεται από τον Πλίνιο και τον Βέλλειο Πατέρκουλο, ότι αναφέρονταν συχνά στον Λούκουλλο ως «ο Ξέρξης με την τήβεννο».
Τελικά τέλεσε τον θρίαμβό του το 63 π.Χ. χάρη εν μέρει στους πολιτικούς ελιγμούς τόσο τού Κάτωνα, όσο και τού Κικέρωνα. Ο θρίαμβός του έμεινε στη μνήμη κυρίως λόγω τού ότι κάλυψε τον Ιππόδρομο τού Φλαμινίου με τα χέρια των εχθρών, που είχε αντιμετωπίσει κατά τη διάρκεια της εκστρατείας.
Γαστρονομία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κάποτε ο Κικέρων και ο Πομπήιος κατάφεραν να κληθούν σε δείπνο με τον Λούκουλλο, αλλά, περίεργοι να δουν τι είδους γεύμα έτρωγε ο Λούκουλλος όταν ήταν μόνος, του απαγόρευσαν να επικοινωνήσει με τους σκλάβους του σχετικά με οποιαδήποτε προετοιμασία τού γεύματος για τους καλεσμένους του. Ωστόσο, ο Λούκουλλος τους ξεπέρασε και κατάφερε να πείσει τον Πομπήιο και τον Κικέρωνα να τού επιτρέψουν να προσδιορίσει σε ποιο δωμάτιο θα δειπνήσει. Διέταξε να τον υπηρετήσουν οι σκλάβοι του στο δωμάτιο τού Απόλλωνα, γνωρίζοντας ότι το υπηρετικό προσωπικό του είχε εκπαιδευτεί εκ των προτέρων σχετικά με τις συγκεκριμένες λεπτομέρειες της υπηρεσίας, που περίμενε για κάθε μία από τις συγκεκριμένες αίθουσες δείπνων: καθώς το κανονικό ποσό που είχε καθοριστεί να δαπανηθεί για κάθε δεδομένο δείπνο στην αίθουσα Απόλλων ήταν το μεγάλο ποσό των 50.000 δραχμών , ο Κικέρων και ο Πομπήιος βρέθηκαν λίγο αργότερα να δειπνούν σε ένα απροσδόκητα πολυτελές γεύμα.
Σε μία άλλη περίπτωση, λέει η ιστορία ότι ο οικονόμος του, ακούγοντας ότι δεν θα είχε καλεσμένους για δείπνο, σέρβιρε μόνο ένα -όχι ιδιαίτερα εντυπωσιακό- πιάτο. Ο Λούκουλλος τον επέπληξε λέγοντας: «Τι, δεν ήξερες, λοιπόν, ότι σήμερα ο Λούκουλλος δειπνεί με τον Λούκουλλο;»
Μεταξύ των άλλων συνεισφορών τού Λούκουλλου στο καλό φαγητό, ήταν υπεύθυνος για τη μεταφορά (ένα είδος) της κερασιάς και της βερικοκιάς στη Ρώμη, για την ανάπτυξη μεγάλων εγκαταστάσεων για την υδατοκαλλιέργεια και ήταν το μόνο άτομο στη Ρώμη με την ικανότητα να παρέχει τσίχλες για γαστρονομικούς σκοπούς σε κάθε εποχή, έχοντας τους δικούς του ορνιθώνες πάχυνσης. Ο Κικέρων κάποτε αποκαλούσε τον Λούκουλλο «piscinarius», δηλ. λάτρη των ψαριών.
Ανάμεσα στα διάφορα βρώσιμα φυτά που σχετίζονται με τον Λούκουλλο, είναι μία ποικιλία τού λαχανικού ελβετικό σέσκουλο (beta vulgaris), που προς τιμήν του ονομάζεται «Λούκουλλος».
Ο Λούκουλος και η ανώτερη παιδεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Λούκουλλος ήταν εξαιρετικά μορφωμένος στα Λατινικά και τα Ελληνικά, και έδειξε έντονο ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία από την πρώτη ενηλικίωση. Συνδέθηκε με δια βίου φιλίες με τον Έλληνα ποιητή Αρχία τού Αντιοχέα, ο οποίος μετανάστευσε στη Ρώμη γύρω στο 102 π.Χ., και με έναν από τους κορυφαίους ακαδημαϊκούς φιλοσόφους της εποχής, τον Αντίοχο τον Ασκαλωνίτη.
Κατά τη μεγάλη καθυστέρησή του στο βασιλικό ανάκτορο στην Αλεξάνδρεια το καλοκαίρι του 86 π.Χ., ο Λούκουλλος έγινε μάρτυρας της έναρξης τού μεγάλου σχίσματος στην Πλατωνική Ακαδημία τον 1ο αι. π.Χ., της λεγόμενης Υπόθεσης Σώσου. Ο φίλος και σύντροφός του Αντίοχος ο Ασκαλωνίτης έλαβε, προφανώς από τη Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας, ένα αντίγραφο ενός έργου του λόγιου της Ακαδημίας, Φίλωνα τού Λαρισσαίου, τόσο ριζοσπαστικό στη σκεπτικιστική του στάση, που ο Αντίοχος ενοχλήθηκε αρκετά, ώστε να αμφισβητήσει την απόδοση της συγγραφής στον παλαιό του διδάσκαλο. Αλλά οι πιο πρόσφατοι μαθητές τού Φίλωνα, κυρίως ο Ηράκλειτος της Τύρου, μπόρεσαν να τον διαβεβαιώσουν για την αυθεντικότητα τού βιβλίου. Ο Αντίοχος και ο Ηράκλειτος το ανέλυσαν επί μακρόν παρουσία τού Λούκουλλου, και τις επόμενες εβδομάδες, ενώ το ρωμαϊκό κόμμα συνέχιζε να περιμένει την άφιξη τού βασιλιά από το νότο, ο Αντίοχος συνέθεσε μία σθεναρή πολεμική εναντίον τού Φίλωνα με τίτλο Σώσος, που σηματοδότησε την οριστική ρήξη του με τον Φίλωνα, τη λεγόμενη «Σεπτικιστική Ακαδημία» και η αρχή της ξεχωριστής -πιο συντηρητικής- σχολής, που τελικά ονομάστηκε Παλαιά Ακαδημία.[23]
Η παρακμή και το τέλος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι ο Λούκουλλος έχασε το μυαλό του προς το τέλος της ζωής του, αναπτύσσοντας κατά διαστήματα σημάδια παραφροσύνης, καθώς γερνούσε. Ο Πλούταρχος, ωστόσο, φαίνεται να είναι κάπως επιφυλακτικός ως προς το αν η φαινομενική τρέλα ήταν στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα της χορήγησης ενός υποτιθέμενου φίλτρου αγάπης ή άλλης αιτιολογημένης αιτίας, υπονοώντας ότι η υποτιθέμενη ραγδαία διανοητική του πτώση (και η συνακόλουθη απόσυρσή του από τις δημόσιες υποθέσεις) μπορεί να ήταν τουλάχιστον εν μέρει προσποιητή, κάτι βολικό ως αυτοπροστασία ενάντια στην άνοδο στην εξουσία των πολιτικών του αντιπάλων, όπως το λαϊκό κόμμα, σε μία εποχή όπου το πολιτικό διακύβευμα ήταν συχνά η ζωή και ο θάνατος.[24] Ο αδελφός του Λούκουλου, Μάρκος, επέβλεψε την κηδεία του.
Ο τάφος του έχει εντοπιστεί κοντά στη βίλα του στο Tούσκουλο.[25]
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Νυμφεύτηκε πρώτα την Κλοδία, (μία από τις κόρες τού Αππίου Κλόδιου Πούλχερ υπάτου το 79 π.Χ.) το νωρίτερο το 76 π.Χ. Μαζί της απέκτησε μία κόρη και πιθανόν έναν ομώνυμο γιο.[26] Τη χώρισε περίπου το έτος 66 π.Χ., κατά την επιστροφή του στη Ρώμη μετά από τριβές στην Ασία με τον αδελφό της, Πόπλιο Κλόδιο Πούλχερ.
Έπειτα νυμφεύτηκε τη Σερβιλία, κόρη της Λιβίας και τού Κόιντου Σερβίλιου Καίπιο, αδελφή της Σερβιλίας της Πρεσβύτερης και ετεροθαλή αδελφή του Κάτωνα τού Νεότερου: επίσης διαβόητη για την χαλαρή ηθική της, καθώς τον απάτησε, ανάγκασε τον εαυτό του να μείνει μαζί της από σεβασμό προς αυτήν ως ετεροθαλούς αδελφής τού Κάτωνα.[27] Είχαν έναν γιο, που τον έλεγαν Μάρκο.[26] Όταν απεβίωσε, έκανε τον Κάτωνα κηδεμόνα τού αγοριού.[28]
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Βιβλιογραφικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 12486076g. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015.
- ↑ 2,0 2,1 (Αγγλικά) CERL Thesaurus. Consortium of European Research Libraries. Ανακτήθηκε στις 12 Μαρτίου 2018.
- ↑ lucullus-lat-lucius-licinius-lucullus.
- ↑ 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 4,6 «Licinii» (Ρωσικά)
- ↑ 5,0 5,1 Thomas Robert Shannon Broughton: «The Magistrates of the Roman Republic» (Αγγλικά) Αμερικανική Φιλολογική Εταιρεία. 1951. ISBN-10 0-89130-812-1.
- ↑ The only comprehensive discussion of his birthdate is that of Sumner 1973 who settles on 118 BC as the most likely year, with 117 a marginal possibility.
- ↑ Cassius Dio XXXVI. In captured correspondence of Mithradates VI Eupator, Lucullus was rated as the outstanding general since Alexander (Cicero Acad.Pr.II)
- ↑ Bennett 1972, p. 314
- ↑ Plut. Luc. 1.1–6.
- ↑ Broughton 1952. Citing Plut. Luc. 2.1.
- ↑ Swain, SCR (1992). «Plutarch's characterization of Lucullus». Rheinisches Museum für Philologie 135 (3/4): 307–316. ISSN 0035-449X. https://www.jstor.org/stable/41233871.
- ↑ Appian R.Em. I, 57 records the bare facts without giving names. The suggestion that this quaestor was Lucullus was first made by Ernst Badian ('Waiting for Sulla', JRS 52 (1962), p. 54), and has found wide acceptance.
- ↑ Lee Fratantuono, Lucullus, pp 20-21; Lynda Telford, Sulla: A Dictator Reconsidered, pp 117-18; Philip Matyszak, Mithridates the Great, p. 55.
- ↑ Lee Fratantuono, Lucullus, p. 20; Plutarch, Life of Lucullus, II. 1-2.
- ↑ Lee Fratantuono, Lucullus, Life and Campaigns of a Roman Conqueror, p. 36.
- ↑ Lee Fratantuono, Lucullus, Life and Campaigns of a Roman Conqueror, pp. 36-37.
- ↑ Plutarch, Life of Lucullus, 5.1
- ↑ Lee Fratantuono, Lucullus, p. 49; John Leach, Pompey the Great, p. 55; B. Marshall and J.L. Beness, Athenaeum 65 (1987), pp 360-78.
- ↑ Lee Fratantuono, Lucullus, pp 45-46. Enabling Pompey to continue fighting Sertorius, and keeping Pompey from returning to Rome and interfering with Lucullus's plans; Lucullus feared Pompey would usurp the command against Mithridates of Pontus.
- ↑ Lee Fratantuono, Lucullus, p. 47
- ↑ Anise K. Strong: Prostitutes and Matrons in the Roman World
- ↑ Plutarch, Life of Lucullus, 5.2–6.5
- ↑ Cic.Acad.Pr.II, cf. Barnes 1981:205
- ↑ Plutarch, Life of Lucullus.
- ↑ The Villa and Tomb of Lucullus at TusculumAuthor(s): George McCracken American Journal of Archaeology, Vol. 46, No. 3 (Jul. - Sep., 1942), pp. 325-340
- ↑ 26,0 26,1 Bispham, Edward (2007). From Asculum to Actium: The Municipalization of Italy from the Social War to Augustus. Oxford Classical Monographs. OUP Oxford. σελ. 322. ISBN 9780191528293.
- ↑ Plutarch, Life of Lucullus, 38.1
- ↑ Susan Treggiari; Servilia and her Family - page: 96
Αρχαίες πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σύγχρονα έργα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Πρώιμα βιβλία
Πρόσφατα βιβλία
Άρθρα εφημερίδας