Szwedka

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Szwedka < θηλυκό του Szwed

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

Szwedka (pl) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]