[go: up one dir, main page]

      ενικός         πληθυντικός  
-ness -nesses

  Επίθημα

επεξεργασία

-ness (en)

  1. επίθημα για το σχηματισμό ουσιαστικών που δηλώνουν την ιδιότητα ενός επιθέτου
    kind (ευγενικός) > kindness (καλοσύνη)
    dark (σκοτεινός) > darkness (σκοτάδι)
  2. επίθημα διαφόρων λέξεων ή μερών του λόγου για το σχηματισμό ουσιαστικών που δηλώνουν την κατάσταση, ιδιότητα, ποιότητα κ.τ.π. της έννοιας που εκπροσωπούν αυτές οι λέξεις
    thug (αλήτης, βίαιος κακοποιός) > thugness (αλητεία, άγρια εγκηματικότητα)

Σημειώσεις

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία
  • -ness στο αγγλικό Βικιλεξικό